μεσήρης: Difference between revisions
Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz
(Bailly1_3) |
(24) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=<i>poét.</i> [[μεσσήρης]];<br />ης, ες :<br />placé <i>litt.</i> ajusté au milieu.<br />'''Étymologie:''' [[μέσος]], ἄρω. | |btext=<i>poét.</i> [[μεσσήρης]];<br />ης, ες :<br />placé <i>litt.</i> ajusté au milieu.<br />'''Étymologie:''' [[μέσος]], ἄρω. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μεσήρης]] και ποιητ. τ. [[μεσσήρης]], -ῆρες (Α)<br />αυτός που βρίσκεται στο [[μέσο]], ο [[μέσος]] ή [[μεσαίος]] («[[πρός]]... γαίας μεσσήρεις ἕδρας», <b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέσος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -[[ήρης]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>ποδ</i>-[[ήρης]]). Για τον τ. με δύο -<i>σ</i>- <b>βλ. λ.</b> [[μέσος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:37, 29 September 2017
English (LSJ)
poet. μεσσ-, ες,
A in the middle, midmost, γαίας ἕδρα E.Ion910 (lyr.); Σείριος ἔτι μ. is still in mid-heaven, Id.IA8 (anap.); μ. παντὸς Ὀλύμπου Eratosth.16.1.
German (Pape)
[Seite 137] ες, poet. μεσσήρης, in der Mitte stehend, mitten, Σείριος ἔτι μεσσήρης Eur. I. A. 8, γαίας μεσσήρεις ἕδρας Ion 910, sp. D.
Greek (Liddell-Scott)
μεσήρης: ποιητ. μεσσ-, ες, ὁ ἐν τῷ μέσῳ, μέσος, Εὐρ. Ἴων 910· Σείριος ἔτι μ., εἶναι εἰσέτι ἐν τῷ μεσουρανήματι, ὁ αὐτ. ἐν Ι. Α. 8.
French (Bailly abrégé)
poét. μεσσήρης;
ης, ες :
placé litt. ajusté au milieu.
Étymologie: μέσος, ἄρω.
Greek Monolingual
μεσήρης και ποιητ. τ. μεσσήρης, -ῆρες (Α)
αυτός που βρίσκεται στο μέσο, ο μέσος ή μεσαίος («πρός... γαίας μεσσήρεις ἕδρας», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέσος + κατάλ. -ήρης (πρβλ. ποδ-ήρης). Για τον τ. με δύο -σ- βλ. λ. μέσος.