λυκάβας: Difference between revisions
Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat
(8) |
(6_3) |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=luka/bas | |Beta Code=luka/bas | ||
|Definition=[<b class="b3">κᾰ], αντος, ὁ</b>, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> <b class="b2">year</b>, <b class="b3">τοῦδ' αὐτοῦ λυκάβαντος ἐλεύσεται ἐνθάδ' Ὀδυσσεύς</b> within this very <b class="b2">year</b>, <span class="bibl">Od.14.161</span>, <span class="bibl">19.306</span> (but 'this very <b class="b2">month</b>' acc. to <span class="bibl">D.Chr.7.84</span>; perh. <b class="b2">day</b>, if <span class="bibl">Od.14.161</span>-<span class="bibl">2</span> are spurious); εἶαρ . . ὅλῳ λ. παρείη <span class="bibl">Bion <span class="title">Fr.</span>15.15</span>; <b class="b3">αὖθι μένων λυκάβαντα</b> <b class="b2">for a year</b>, <span class="bibl">A.R.1.198</span>; but acc. λυκάβαν <span class="title">IG</span>12(2).129 (Mytilene, late):—the word is freq. in metr. epitaphs, ib.4.622 (Argos), <span class="title">Epigr.Gr.</span>231 (Chios), 228 (Ephesus): hence </span><span class="sense"> <span class="bld">II</span> λῠκᾰβαντίδες <b class="b3">ὧραι, αἱ</b>, the hours <b class="b2">that make up the year</b>, AP5.12 (Phld.). (Arc. word, = [[ἐνιαυτός]], acc. to <span class="title">AB</span>1095.)</span> | |Definition=[<b class="b3">κᾰ], αντος, ὁ</b>, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> <b class="b2">year</b>, <b class="b3">τοῦδ' αὐτοῦ λυκάβαντος ἐλεύσεται ἐνθάδ' Ὀδυσσεύς</b> within this very <b class="b2">year</b>, <span class="bibl">Od.14.161</span>, <span class="bibl">19.306</span> (but 'this very <b class="b2">month</b>' acc. to <span class="bibl">D.Chr.7.84</span>; perh. <b class="b2">day</b>, if <span class="bibl">Od.14.161</span>-<span class="bibl">2</span> are spurious); εἶαρ . . ὅλῳ λ. παρείη <span class="bibl">Bion <span class="title">Fr.</span>15.15</span>; <b class="b3">αὖθι μένων λυκάβαντα</b> <b class="b2">for a year</b>, <span class="bibl">A.R.1.198</span>; but acc. λυκάβαν <span class="title">IG</span>12(2).129 (Mytilene, late):—the word is freq. in metr. epitaphs, ib.4.622 (Argos), <span class="title">Epigr.Gr.</span>231 (Chios), 228 (Ephesus): hence </span><span class="sense"> <span class="bld">II</span> λῠκᾰβαντίδες <b class="b3">ὧραι, αἱ</b>, the hours <b class="b2">that make up the year</b>, AP5.12 (Phld.). (Arc. word, = [[ἐνιαυτός]], acc. to <span class="title">AB</span>1095.)</span> | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''λῠκάβας''': [κᾰ], αντος, ὁ, τὸ [[ἔτος]], τοῦδ’ [[αὐτοῦ]] λυκάβαντος ἐλεύσεται [[δῖος]] [[Ὀδυσσεύς]], ἐντὸς [[αὐτοῦ]] τούτου τοῦ ἔτους, Ὀδ. Ξ. 161., Τ. 306˙ [[εἶαρ]]... ὅλῳ λ. παρείη Βίων 6. 15˙ [[αὖθι]] μένων λυκάβαντα, ἐπὶ ἓν [[ἔτος]], Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 198˙ ἀλλ’ αἰτιατ. λυκάβαν, Συλλ. Ἐπιγρ. 2169˙ - ἡ [[λέξις]] [[εἶναι]] συχνὴ ἐν ἐμμέτροις ἐπιταφίοις, [[αὐτόθι]] 1156, 2237, 3019, κ. ἀλλ.˙ καὶ ἐπὶ μεταγενεστέρων Ἑλληνικῶν καὶ Ρωμαϊκῶν νομισμάτων τὸ [[στοιχεῖον]] Λ προυτάσσετο τοῦ ἀριθμοῦ τοῦ ἔτους σημαῖνον [[λυκάβας]], ὡς ἀποδείκνυται ἔκ τινος νομίσματος τοῦ Οὐεσπασιανοῦ, [[ἔνθα]] φαίνεται πλῆρες ἴδε Eckhel N. Doctr. 4. σ. 394˙ ἀλλὰ κατὰ Head ἐν Ἱστορίᾳ Νομισμάτων ([[μετάφρασις]] Σβορώνου) τὸ L τοῦτο [[εἶναι]] [[σύμβολον]] αἰγυπτιακὸν ἐπὶ τῶν παπύρων τιθέμενον πρὸς δήλωσιν ὅτι οἱ παρακολουθοῦντες χαρακτῆρες [[εἶναι]] ἀριθμητικοί. - Ἐντεῦθεν, ΙΙ. λῠκᾰβαντίδες ὧραι, αἱ, αἱ ἀποτελοῦσαι τὸ [[ἔτος]] ὧραι, [[ἑξήκοντα]] τελεῖ Χαριτὼ λυκαβαντίδας ὥρας, [[εἶναι]] δηλ. [[ἑξήκοντα]] ἐτῶν, Ἀνθ. Π. 5. 13. (Πιθ. ἐκ τοῦ *[[λύκη]], βαίνω, = ἡ ὁδὸς τοῦ φωτός, ὁ [[δρόμος]] τοῦ ἡλίου. Ἀνόητός τις [[ἐτυμολογία]] ἐκ τοῦ [[λύκος]], βαίνω ὑπάρχει παρ’ Ἀρτεμιδ. 2. 12, Εὐστ. 1756. 28˙ - Καθ’ Ἡσύχ. «ἐκ τοῦ λυγαίως βαίνειν, ὅ ἐστι σκοτεινῶς˙ [[λεληθότως]] γὰρ ὁ [[χρόνος]] διέρχεται»). | |||
}} | }} |
Revision as of 11:20, 5 August 2017
English (LSJ)
[κᾰ], αντος, ὁ,
A year, τοῦδ' αὐτοῦ λυκάβαντος ἐλεύσεται ἐνθάδ' Ὀδυσσεύς within this very year, Od.14.161, 19.306 (but 'this very month' acc. to D.Chr.7.84; perh. day, if Od.14.161-2 are spurious); εἶαρ . . ὅλῳ λ. παρείη Bion Fr.15.15; αὖθι μένων λυκάβαντα for a year, A.R.1.198; but acc. λυκάβαν IG12(2).129 (Mytilene, late):—the word is freq. in metr. epitaphs, ib.4.622 (Argos), Epigr.Gr.231 (Chios), 228 (Ephesus): hence II λῠκᾰβαντίδες ὧραι, αἱ, the hours that make up the year, AP5.12 (Phld.). (Arc. word, = ἐνιαυτός, acc. to AB1095.)
Greek (Liddell-Scott)
λῠκάβας: [κᾰ], αντος, ὁ, τὸ ἔτος, τοῦδ’ αὐτοῦ λυκάβαντος ἐλεύσεται δῖος Ὀδυσσεύς, ἐντὸς αὐτοῦ τούτου τοῦ ἔτους, Ὀδ. Ξ. 161., Τ. 306˙ εἶαρ... ὅλῳ λ. παρείη Βίων 6. 15˙ αὖθι μένων λυκάβαντα, ἐπὶ ἓν ἔτος, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 198˙ ἀλλ’ αἰτιατ. λυκάβαν, Συλλ. Ἐπιγρ. 2169˙ - ἡ λέξις εἶναι συχνὴ ἐν ἐμμέτροις ἐπιταφίοις, αὐτόθι 1156, 2237, 3019, κ. ἀλλ.˙ καὶ ἐπὶ μεταγενεστέρων Ἑλληνικῶν καὶ Ρωμαϊκῶν νομισμάτων τὸ στοιχεῖον Λ προυτάσσετο τοῦ ἀριθμοῦ τοῦ ἔτους σημαῖνον λυκάβας, ὡς ἀποδείκνυται ἔκ τινος νομίσματος τοῦ Οὐεσπασιανοῦ, ἔνθα φαίνεται πλῆρες ἴδε Eckhel N. Doctr. 4. σ. 394˙ ἀλλὰ κατὰ Head ἐν Ἱστορίᾳ Νομισμάτων (μετάφρασις Σβορώνου) τὸ L τοῦτο εἶναι σύμβολον αἰγυπτιακὸν ἐπὶ τῶν παπύρων τιθέμενον πρὸς δήλωσιν ὅτι οἱ παρακολουθοῦντες χαρακτῆρες εἶναι ἀριθμητικοί. - Ἐντεῦθεν, ΙΙ. λῠκᾰβαντίδες ὧραι, αἱ, αἱ ἀποτελοῦσαι τὸ ἔτος ὧραι, ἑξήκοντα τελεῖ Χαριτὼ λυκαβαντίδας ὥρας, εἶναι δηλ. ἑξήκοντα ἐτῶν, Ἀνθ. Π. 5. 13. (Πιθ. ἐκ τοῦ *λύκη, βαίνω, = ἡ ὁδὸς τοῦ φωτός, ὁ δρόμος τοῦ ἡλίου. Ἀνόητός τις ἐτυμολογία ἐκ τοῦ λύκος, βαίνω ὑπάρχει παρ’ Ἀρτεμιδ. 2. 12, Εὐστ. 1756. 28˙ - Καθ’ Ἡσύχ. «ἐκ τοῦ λυγαίως βαίνειν, ὅ ἐστι σκοτεινῶς˙ λεληθότως γὰρ ὁ χρόνος διέρχεται»).