ἀνταγώνισμα: Difference between revisions

From LSJ

οὕτως ἐξ ἐχθρῶν αὐτοκτόνα πέμπετο δῶρα, ἐν χάριτος προφάσει μοῖραν ἔχοντα μόρου → thus mutual gifts that bring death were bestowed by enemies, gifts that brought the lot of death in the name of a favor

Source
(big3_4)
(4)
 
Line 7: Line 7:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[conflicto]] Clem.Al.<i>Strom</i>.7.3.20, Phot.p.92R.
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[conflicto]] Clem.Al.<i>Strom</i>.7.3.20, Phot.p.92R.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀνταγώνισμα]], το (Α)<br />[[αγώνας]] [[εναντίον]] κάποιου.
}}
}}

Latest revision as of 06:55, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 243] τό, Widerstand, Streit, Clem. Al.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντᾰγώνισμα: -ατος, τό, ἀγὼν κατά τινος ἄλλου, Κλήμ. Ἀλ. 839: ― ὡσαύτως -ώνισις, εως, ἡ, Βυζ.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
conflicto Clem.Al.Strom.7.3.20, Phot.p.92R.

Greek Monolingual

ἀνταγώνισμα, το (Α)
αγώνας εναντίον κάποιου.