útil: Difference between revisions
From LSJ
Ῥᾷον φέρειν δεῖ τὰς παρεστώσας τύχας → Facilius ferre oportet, quae incidunt mala → Recht leicht musst du das Schicksal tragen, das dich trifft
(3) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ | |sltx=[[ἀγαθός]], [[ἀναγκαῖος]], [[ἄρκιος]], [[ἀρωγός]], [[βιωφελής]], [[βοηθητικός]], [[γόνιμος]], [[διακόνημα]], [[ἐνεργός]], [[ἐπιτάδειος]], [[ἐπιτήδειος]], [[ἐπιτήδεος]], [[κράγυος]], [[κρήγυος]], [[λυσιτελής]], [[ξύμφορος]], [[ὄνειος]], [[ὀνήσιμος]], [[ποτίφορος]], [[πρὸ ἔργου]], [[πρόσφορος]], [[προὔργου]], [[σύμφορος]], [[χρεῖος]], [[χρήσιμος]], [[χρηστήριος]], [[χρηστικός]], [[χρηστός]], [[ὠφελήσιμος]], [[ὠφέλιμος]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:02, 12 March 2023
Spanish > Greek
ἀγαθός, ἀναγκαῖος, ἄρκιος, ἀρωγός, βιωφελής, βοηθητικός, γόνιμος, διακόνημα, ἐνεργός, ἐπιτάδειος, ἐπιτήδειος, ἐπιτήδεος, κράγυος, κρήγυος, λυσιτελής, ξύμφορος, ὄνειος, ὀνήσιμος, ποτίφορος, πρὸ ἔργου, πρόσφορος, προὔργου, σύμφορος, χρεῖος, χρήσιμος, χρηστήριος, χρηστικός, χρηστός, ὠφελήσιμος, ὠφέλιμος