διδύμια: Difference between revisions

From LSJ
(6_21)
(9)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''διδύμια''': τά, «[[ἑκατέρωθεν]] τοῦ πόρου λεπταὶ καὶ προμήκεις εἰσὶν ἐξοχαὶ τοῦ ἐγκεφάλου, γλουτία καλούμενα» Γαλην. 3. 678.
|lstext='''διδύμια''': τά, «[[ἑκατέρωθεν]] τοῦ πόρου λεπταὶ καὶ προμήκεις εἰσὶν ἐξοχαὶ τοῦ ἐγκεφάλου, γλουτία καλούμενα» Γαλην. 3. 678.
}}
{{grml
|mltxt=και διδυμιά, η [[δίδυμος]]<br /><b>1.</b> [[γέννηση]] διδύμων<br /><b>2.</b> δίδυμη [[μορφή]]<br /><b>3.</b> το [[φαινόμενο]] του δίδυμου σφυγμού<br /><b>4.</b> [[συνένωση]] δύο ή περισσότερων ομοειδών κρυστάλλων σε ενιαίο [[κρύσταλλο]].
}}
}}

Revision as of 07:04, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δῐδύμια Medium diacritics: διδύμια Low diacritics: διδύμια Capitals: ΔΙΔΥΜΙΑ
Transliteration A: didýmia Transliteration B: didymia Transliteration C: didymia Beta Code: didu/mia

English (LSJ)

[ῠ], τά,

   A small convexities near the pineal gland of the brain, Gal.UP8.14, al.    II Dim. of δίδυμος 111.2, Paul.Aeg.6.68.    III διδυμίου ῥίζα, = ὄρχις, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

διδύμια: τά, «ἑκατέρωθεν τοῦ πόρου λεπταὶ καὶ προμήκεις εἰσὶν ἐξοχαὶ τοῦ ἐγκεφάλου, γλουτία καλούμενα» Γαλην. 3. 678.

Greek Monolingual

και διδυμιά, η δίδυμος
1. γέννηση διδύμων
2. δίδυμη μορφή
3. το φαινόμενο του δίδυμου σφυγμού
4. συνένωση δύο ή περισσότερων ομοειδών κρυστάλλων σε ενιαίο κρύσταλλο.