πανάγαθος: Difference between revisions

From LSJ

Γυνὴ γὰρ οἴκῳ πῆμα καὶ σωτηρία → Mulier familiae pestis est, mulier salusBane and salvation to a house is woman → Die Frau ist nämlich Leid und Rettung für das Haus

Menander, Monostichoi, 85
(6_17)
(30)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πᾰνάγᾰθος''': -ον, καὶ η, ον, ὡς καὶ νῦν, [[ὅλως]] [[ἀγαθός]], Κρατῖν. ἐν Ἀδήλ. 114, Πλάτ. Ἐπιστ. 354Ε. - πᾰνᾰγᾰθία, ἡ, τελεία [[ἀγαθότης]], Θεάγης παρὰ Στοβ. 8. 57.
|lstext='''πᾰνάγᾰθος''': -ον, καὶ η, ον, ὡς καὶ νῦν, [[ὅλως]] [[ἀγαθός]], Κρατῖν. ἐν Ἀδήλ. 114, Πλάτ. Ἐπιστ. 354Ε. - πᾰνᾰγᾰθία, ἡ, τελεία [[ἀγαθότης]], Θεάγης παρὰ Στοβ. 8. 57.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (ΑΜ [[πανάγαθος]], -ον, Α θηλ. και -η)<br />[[αγαθός]] σε υπέρτατο βαθμό, [[γεμάτος]] [[καλοσύνη]]<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />(το αρσ. και ως κύριο όν.) [[προσωνυμία]] του Θεού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἀγαθός]].
}}
}}

Revision as of 12:13, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πανάγᾰθος Medium diacritics: πανάγαθος Low diacritics: πανάγαθος Capitals: ΠΑΝΑΓΑΘΟΣ
Transliteration A: panágathos Transliteration B: panagathos Transliteration C: panagathos Beta Code: pana/gaqos

English (LSJ)

[ᾰγ], ον, also η, ον,

   A absolutely good, Cratin.434, Pl.Ep.354e, Simp.in Epict.p.76 D.

German (Pape)

[Seite 455] auch 3 Endgn, Cratin. bei Poll. 6, 163, ganz, vollkommen gut, Plat. epist. VIII, 354 e u. Sp. Vgl. πανάριστος.

Greek (Liddell-Scott)

πᾰνάγᾰθος: -ον, καὶ η, ον, ὡς καὶ νῦν, ὅλως ἀγαθός, Κρατῖν. ἐν Ἀδήλ. 114, Πλάτ. Ἐπιστ. 354Ε. - πᾰνᾰγᾰθία, ἡ, τελεία ἀγαθότης, Θεάγης παρὰ Στοβ. 8. 57.

Greek Monolingual

-η, -ο (ΑΜ πανάγαθος, -ον, Α θηλ. και -η)
αγαθός σε υπέρτατο βαθμό, γεμάτος καλοσύνη
νεοελλ.-μσν.
(το αρσ. και ως κύριο όν.) προσωνυμία του Θεού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + ἀγαθός.