περιπολάρχης: Difference between revisions

From LSJ

Πᾶσα γυνὴ χόλος ἐστὶν· ἔχει δ' ἀγαθὰς δύο ὥρας, τὴν μίαν ἐν θαλάμῳ, τὴν μίαν ἐν θανάτῳ → Every woman is an annoyance. She has two good times: one in the bedroom, one in death.

Source
(Bailly1_4)
(32)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />chef de patrouille.<br />'''Étymologie:''' [[περίπολος]], [[ἄρχω]].
|btext=ου (ὁ) :<br />chef de patrouille.<br />'''Étymologie:''' [[περίπολος]], [[ἄρχω]].
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>στρ.</b> ο επικεφαλής περιπόλου [[αξιωματικός]] ή [[υπαξιωματικός]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[επόπτης]], [[επιτηρητής]] τών στρατιωτικών περιπόλων, [[περιπόλαρχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[περίπολος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>άρχης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἄρχω]])].
}}
}}

Revision as of 12:16, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιπολάρχης Medium diacritics: περιπολάρχης Low diacritics: περιπολάρχης Capitals: ΠΕΡΙΠΟΛΑΡΧΗΣ
Transliteration A: peripolárchēs Transliteration B: peripolarchēs Transliteration C: peripolarchis Beta Code: peripola/rxhs

English (LSJ)

(Hsch.

   A s.v. κωδωνοφορῶν) or περιπόλ-αρχος (IG22.204.20, 1193, 2.1219, 1219b), ου, ὁ, (περίπολος) commander of military patrol, Th.8.92, IG and Hsch.ll.cc.

German (Pape)

[Seite 588] ὁ, Aufseher der Tag- und Nachtwache, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

περιπολάρχης: ἢ -αρχος, ου, ὁ, (περίπολος) ὁ ἐπόπτης ἢ ἐπιθεωρητὴς τῶν περιπόλων, Θουκ. 8. 92.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
chef de patrouille.
Étymologie: περίπολος, ἄρχω.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
νεοελλ.
στρ. ο επικεφαλής περιπόλου αξιωματικός ή υπαξιωματικός
αρχ.
επόπτης, επιτηρητής τών στρατιωτικών περιπόλων, περιπόλαρχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περίπολος + -άρχης (< ἄρχω)].