τρισδείλαιος: Difference between revisions

From LSJ

ὦ θάνατε παιάν, μή μ᾽ ἀτιμάσῃς μολεῖν· μόνος γὰρ εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν ἰατρός, ἄλγος δ᾽ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. → O death, the healer, reject me not, but come! For thou alone art the mediciner of ills incurable, and no pain layeth hold on the dead.

Source
(6_16)
(42)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρισδείλαιος''': -ον, = [[τρισάθλιος]], ἐνθάδ’ ἐγὼ λῃστῆρος ὁ [[τρισδείλαιος]] ἄρηϊ ἐδμήθην, [[κεῖμαι]] δὲ οὐδενὶ κλαιόμενος Ἀνθ. Π. 7. 737.
|lstext='''τρισδείλαιος''': -ον, = [[τρισάθλιος]], ἐνθάδ’ ἐγὼ λῃστῆρος ὁ [[τρισδείλαιος]] ἄρηϊ ἐδμήθην, [[κεῖμαι]] δὲ οὐδενὶ κλαιόμενος Ἀνθ. Π. 7. 737.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />[[τρισάθλιος]], [[δύστηνος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> επιτατ. <i>τρισ</i>- / <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[δείλαιος]] «[[δειλός]], [[άθλιος]], [[τιποτένιος]]»].
}}
}}

Revision as of 12:58, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐσδείλαιος Medium diacritics: τρισδείλαιος Low diacritics: τρισδείλαιος Capitals: ΤΡΙΣΔΕΙΛΑΙΟΣ
Transliteration A: trisdeílaios Transliteration B: trisdeilaios Transliteration C: trisdeilaios Beta Code: trisdei/laios

English (LSJ)

ον,

   A = τρισάθλιος, AP7.737.

Greek (Liddell-Scott)

τρισδείλαιος: -ον, = τρισάθλιος, ἐνθάδ’ ἐγὼ λῃστῆρος ὁ τρισδείλαιος ἄρηϊ ἐδμήθην, κεῖμαι δὲ οὐδενὶ κλαιόμενος Ἀνθ. Π. 7. 737.

Greek Monolingual

-ον, Α
τρισάθλιος, δύστηνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτατ. τρισ- / τρι- + δείλαιος «δειλός, άθλιος, τιποτένιος»].