ἁβροχίτων: Difference between revisions
πᾶσα γυνὴ τοῦ λύχνου ἀρθέντος ἡ αὐτή ἐστι → all women are the same in the dark, all women are the same when the lights go out
(big3_1) |
(2) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ωνος<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[ἁβροκίτων]] <i>Lindos</i> 197f.5 (II a.C.)<br /><br /><b class="num">• Prosodia:</b> [-ῐ-]<br /><b class="num">1</b> [[de finos y costosos cobertores]] εὐναί A.<i>Pers</i>.543.<br /><b class="num">2</b> [[de fina o suave túnica]] ὁ φύλαξ <i>AP</i> 9.538, de dioses: de Dioniso <i>ICos</i> EV 234.11 (I a.C.), <i>Lindos</i> l.c., Ἔρως Nonn.<i>D</i>.25.160, [[ἁβροχίτων]] [[ἀσίδηρος]] ... [[Ἀθήνη]] Nonn.<i>D</i>.2.708, [[ἁβροχίτων]] [[ἀσίδηρος]] [[ἄναξ]] de Jesucristo, Nonn.<i>Par.Eu.Io</i>.18.6. | |dgtxt=-ωνος<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[ἁβροκίτων]] <i>Lindos</i> 197f.5 (II a.C.)<br /><br /><b class="num">• Prosodia:</b> [-ῐ-]<br /><b class="num">1</b> [[de finos y costosos cobertores]] εὐναί A.<i>Pers</i>.543.<br /><b class="num">2</b> [[de fina o suave túnica]] ὁ φύλαξ <i>AP</i> 9.538, de dioses: de Dioniso <i>ICos</i> EV 234.11 (I a.C.), <i>Lindos</i> l.c., Ἔρως Nonn.<i>D</i>.25.160, [[ἁβροχίτων]] [[ἀσίδηρος]] ... [[Ἀθήνη]] Nonn.<i>D</i>.2.708, [[ἁβροχίτων]] [[ἀσίδηρος]] [[ἄναξ]] de Jesucristo, Nonn.<i>Par.Eu.Io</i>.18.6. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἁβροχίτων:''' [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει [[λεπτό]] ή μαλακό χιτώνα, αυτός που είναι ντυμένος αβρά, λεπτά, σε Ανθ.· <i>εὐνὰς ἁβροχίτωνας</i>, κρεβάτια που έχουν απαλά καλύμματα, σκεπάσματα, σε Αισχύλ. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:05, 30 December 2018
English (LSJ)
[ῐ], ωνος, ὁ, ἡ,
A in soft tunic, softly clad, AP9.538; epith. of Dionysus, Inscr.Cos5.11; εὐνὰς ἁβροχίτωνας beds with soft coverings, A.Pers.543.
German (Pape)
[Seite 5] ωνος, εὐναί, Lager, mit weichen Decken, Aesch. Pers. 535; mit prunkendem Gewand, Ep. ad. A. P. IX, 538; Διόνυσος Nonn. D. 43, 441; Μαιῶται Orph. Arg. 1063.
Greek (Liddell-Scott)
ἁβροχίτων: [ῐ], ωνος, ὁ, ἡ, μετὰ μαλακοῦ χιτῶνος, ἁβρῶς ἐνδεδυμένος. Ἀνθ. Π. 9. 538· ― εὐνὰς ἁβροχίτωνας· κλίνας ἢ κοίτας μετὰ μαλακῶν σκεπασμάτων Αἰσχύλ. Πέρσ. 543.
French (Bailly abrégé)
ωνος (ὁ, ἡ)
à la molle couverture (lit).
Étymologie: ἁβρός, χιτών.
Spanish (DGE)
-ωνος
• Alolema(s): ἁβροκίτων Lindos 197f.5 (II a.C.)
• Prosodia: [-ῐ-]
1 de finos y costosos cobertores εὐναί A.Pers.543.
2 de fina o suave túnica ὁ φύλαξ AP 9.538, de dioses: de Dioniso ICos EV 234.11 (I a.C.), Lindos l.c., Ἔρως Nonn.D.25.160, ἁβροχίτων ἀσίδηρος ... Ἀθήνη Nonn.D.2.708, ἁβροχίτων ἀσίδηρος ἄναξ de Jesucristo, Nonn.Par.Eu.Io.18.6.
Greek Monotonic
ἁβροχίτων: [ῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει λεπτό ή μαλακό χιτώνα, αυτός που είναι ντυμένος αβρά, λεπτά, σε Ανθ.· εὐνὰς ἁβροχίτωνας, κρεβάτια που έχουν απαλά καλύμματα, σκεπάσματα, σε Αισχύλ.