ἀμφίθετος: Difference between revisions
Ἡ δ' ἁρπαγὴ μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Vitiorum hominibus pessimum est rapacitas → Der Menschen schlimmstes Laster ist die Gier nach Raub
(3) |
(2) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀμφίθετος]], -ον (Α)<br />(για [[φιάλη]])<br /><b>1.</b> αυτή που λόγω σχήματος μπορεί να στέκεται και στην [[επάνω]] και την [[κάτω]] [[βάση]] της<br /><b>2.</b> αυτή που έχει λαβές και στις δύο πλευρές της.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[θετός]] <span style="color: red;"><</span> [[τίθημι]]. | |mltxt=[[ἀμφίθετος]], -ον (Α)<br />(για [[φιάλη]])<br /><b>1.</b> αυτή που λόγω σχήματος μπορεί να στέκεται και στην [[επάνω]] και την [[κάτω]] [[βάση]] της<br /><b>2.</b> αυτή που έχει λαβές και στις δύο πλευρές της.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀμφι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[θετός]] <span style="color: red;"><</span> [[τίθημι]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀμφίθετος:''' -ον, λέγεται για [[κούπα]], [[είτε]] εκείνο που στέκεται σε [[δύο]] πλευρές, [[είτε]] που έχει χερούλια στις [[δύο]] πλευρές, σε Ομήρ. Ιλ. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:56, 30 December 2018
English (LSJ)
ον, in Il.23.270,616 ἀ. φιάλη, acc. to Aristarch., a cup
A that will stand on both ends; acc. to others, with handles on both sides, that may be taken up by both sides, cf. Ath.11.501asq., Eust.1299.55, Hsch.
German (Pape)
[Seite 139] φιάλη, Hom. nur Il. 23, 270. 616, eine Schaale, die auf beide Seiten gesetzt werden kann, vgl. ἀμφικύπελλον; Schol. Ariston. 616 ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ἀμφίθετον, ὅτι ἡ πανταχόθεν ὑπέρεισιν ἔχουσα, vgl. denselb. 270, Scholl. 243, Apoll. lex. Hom. 25, 9. 163, 11, Eustath. ad Iliad., Athen. XI, 475 e 501, der auch ἀμφίθετον κελέβειον aus Antimach. (frg. 13) anführt.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμφίθετος: -ον, ἐν Ἰλ. Ψ. 270, 616· ἀμφ. φιάλη, κατὰ τὸν Ἀρίσταρχ., φιάλη δυναμένη νὰ σταθῇ ἐφ’ ἑκατέρου μέρους· κατὰ δὲ τὸν Εὐστ., φιάλη ἔχουσα ἀμφοτέρωθεν λαβὰς καὶ δυναμένη νὰ ληφθῇ (πιασθῇ) ἑκατέρωθεν, ὡς ὁ ἀμφιφορεύς· πρβλ. Ἀθην. 501Α κἑξ., Ἡσύχ., καὶ ἴδε τὴν λέξιν ἀμφικύπελλος. ΙΙ. Ἐκκλ., τεχνητός, πεπλασμένος, ψευδής.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qu’on peut poser de deux côtés ou prendre par deux anses (vase).
Étymologie: ἀμφί, τίθημι.
English (Autenrieth)
(τίθημι): to be placed both ways, reversible, φιάλη, probably with double base and bowl, Il. 23.270, 616. Cf. ἀμφικύπελλον.
Spanish (DGE)
-ον
1 φιάλη que se puede usar por la base o por la boca (según Aristarco) o que se puede agarrar por dos asas (según Ath.501a, Eust.1299.55, Hsch.) Il.23.270, 616, Nonn.D.37.701, κελέβειον Antim.24
•sin asas, que permite beber por cualquier punto Hdn.Gr.2.906.
2 extendido por todas partes κακίη Gr.Naz.M.37.1396A.
3 fig. de doble disposición, que actúa con doblez de los malvados, Gr.Naz.M.37.1234A, εὐεπίη Gr.Naz.M.37.912A, de Adán γυμνὸν ἄτερ κακίης τε καὶ εἴδεος ἀμφιθέτοιο Gr.Naz.M.37.454A, σκηνὴν ἀμφιθέτοις εἴδεσι λαμπομένην Gr.Naz.M.37.906A.
Greek Monolingual
ἀμφίθετος, -ον (Α)
(για φιάλη)
1. αυτή που λόγω σχήματος μπορεί να στέκεται και στην επάνω και την κάτω βάση της
2. αυτή που έχει λαβές και στις δύο πλευρές της.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + θετός < τίθημι.
Greek Monotonic
ἀμφίθετος: -ον, λέγεται για κούπα, είτε εκείνο που στέκεται σε δύο πλευρές, είτε που έχει χερούλια στις δύο πλευρές, σε Ομήρ. Ιλ.