κοδράντης: Difference between revisions

From LSJ

Ἑκὼν σεαυτὸν τῇ Κλωθοῖ συνεπιδίδου παρέχων συννῆσαι οἷστισί ποτε πράγμασι βούλεται. Πᾶν ἐφήμερον, καὶ τὸ μνημονεῦον καὶ τὸ μνημονευόμενον → Be willing to give yourself up to Clotho, letting her spin to whatever ends she pleases. All is ephemeralboth memory and the object of memory (Marcus Aurelius 4.34f.)

Source
(21)
(5)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κοδράντης]], ὁ (Α)<br />το ένα [[τέταρτο]] του νομίσματος ασσαρίου («ού μή έξέλθης ἐκεῑθεν ἕως οὗ ἀποδῷς τὸν ἔσχατον κοδράντην», ΚΔ). [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>quadrans</i>, -<i>ntis</i>].
|mltxt=[[κοδράντης]], ὁ (Α)<br />το ένα [[τέταρτο]] του νομίσματος ασσαρίου («ού μή έξέλθης ἐκεῑθεν ἕως οὗ ἀποδῷς τὸν ἔσχατον κοδράντην», ΚΔ). [<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> λατ. <i>quadrans</i>, -<i>ntis</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κοδράντης:''' -ου, ὁ, το Λατ. quandrus = 1/4 του ασσαρίου, σε Καινή Διαθήκη
}}
}}

Revision as of 20:36, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοδράντης Medium diacritics: κοδράντης Low diacritics: κοδράντης Capitals: ΚΟΔΡΑΝΤΗΣ
Transliteration A: kodrántēs Transliteration B: kodrantēs Transliteration C: kodrantis Beta Code: kodra/nths

English (LSJ)

ου, ὁ, = Lat.

   A quadrans, = 1/4 of an as, Ev.Matt.5.26.

German (Pape)

[Seite 1465] ὁ, das lat. quadrans, der vierte Theil des as, N. T. u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

κοδράντης: -ου, ὁ, τὸ Λατ. quadrans, = ¼ τοῦ ἀσσαρίου, Εὐαγγ. κ. Ματθ. ε΄, 26.

English (Strong)

of Latin origin; a quadrans, i.e. the fourth part of an as: farthing.

English (Thayer)

κοδραντου (Buttmann, 17 (16)), ὁ; a Latin word, quadrans (i. e. the fourth part of an as); in the N. T. a coin equal to one half the Attic chalcus or to two λεπτά (see λεπτόν): A. V. farthing; see BB. DD. under the word.)

Greek Monolingual

κοδράντης, ὁ (Α)
το ένα τέταρτο του νομίσματος ασσαρίου («ού μή έξέλθης ἐκεῑθεν ἕως οὗ ἀποδῷς τὸν ἔσχατον κοδράντην», ΚΔ). [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. quadrans, -ntis].

Greek Monotonic

κοδράντης: -ου, ὁ, το Λατ. quandrus = 1/4 του ασσαρίου, σε Καινή Διαθήκη