Μαῖρα: Difference between revisions
Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.
(23) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=Μαῑρα, ἡ (Α)<br /><b>1.</b> ο [[αστέρας]] [[Σείριος]]<br /><b>2.</b> [[προσωνυμία]] της Εκάβης, που μεταμορφώθηκε σε [[σκύλο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μαρμαίρω]] «[[λάμπω]], [[ακτινοβολώ]]» [[χωρίς]] διπλασιασμό]. | |mltxt=Μαῑρα, ἡ (Α)<br /><b>1.</b> ο [[αστέρας]] [[Σείριος]]<br /><b>2.</b> [[προσωνυμία]] της Εκάβης, που μεταμορφώθηκε σε [[σκύλο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μαρμαίρω]] «[[λάμπω]], [[ακτινοβολώ]]» [[χωρίς]] διπλασιασμό]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''Μαῖρα:''' ἡ ([[μαρμαίρω]]), ο Σπινθηροβόλος, δηλ. ο [[αστερισμός]] [[Σείριος]], σε Ανθ. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:48, 30 December 2018
English (LSJ)
ἡ, (μαρμαίρω) name of the dog-star,
A the Sparkler, Call.Aet. 3.1.35, AP9.555 (Crin.), Nonn.D.5.221; of Hecuba when changed into a dog, Lyc.334: in Hom. as pr. n., Il.18.48.
Greek (Liddell-Scott)
Μαῖρα: ἡ, (μαρμαίρω) ὄνομα τοῦ σειρίου ἀστέρος, Ἀνθ. Π. 9. 555, Νόνν. Δ. 5. 221· - ὡσαύτως ἐπὶ τῆς Ἑκάβης μεταβληθείσης εἰς κύνα, Λυκόφρ. 334· - παρ’ Ὁμ. ὡς κύρ. ὄνομα, Ἰλ. Σ. 48.
English (Autenrieth)
(1) a Nereid, Il. 18.48.—(2) an attendant of Artemis, mother of Locrus, Od. 11.326.
Greek Monolingual
Μαῑρα, ἡ (Α)
1. ο αστέρας Σείριος
2. προσωνυμία της Εκάβης, που μεταμορφώθηκε σε σκύλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μαρμαίρω «λάμπω, ακτινοβολώ» χωρίς διπλασιασμό].
Greek Monotonic
Μαῖρα: ἡ (μαρμαίρω), ο Σπινθηροβόλος, δηλ. ο αστερισμός Σείριος, σε Ανθ.