δεκατηλόγος: Difference between revisions

From LSJ

τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)

Source
(8)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (AM [[δεκατηλόγος]])<br />ο [[δεκατευτής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δεκάτη]] <span style="color: red;">+</span> -[[λόγος]] <span style="color: red;"><</span> [[λέγω]] «[[συλλέγω]], [[συγκεντρώνω]]»].
|mltxt=ο (AM [[δεκατηλόγος]])<br />ο [[δεκατευτής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δεκάτη]] <span style="color: red;">+</span> -[[λόγος]] <span style="color: red;"><</span> [[λέγω]] «[[συλλέγω]], [[συγκεντρώνω]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''δεκατηλόγος:''' ὁ ([[λέγω]]), αυτός που συλλέγει τη [[δεκάτη]], [[τελώνης]], σε Δημ.
}}
}}

Revision as of 22:08, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεκᾰτηλόγος Medium diacritics: δεκατηλόγος Low diacritics: δεκατηλόγος Capitals: ΔΕΚΑΤΗΛΟΓΟΣ
Transliteration A: dekatēlógos Transliteration B: dekatēlogos Transliteration C: dekatilogos Beta Code: dekathlo/gos

English (LSJ)

, (λέγω)

   A = δεκατευτής, D.23.177.

German (Pape)

[Seite 543] ὁ, der Zolleinnehmer, Dem. 23, 177.

Greek (Liddell-Scott)

δεκατηλόγος: ὁ, (λέγω) = δεκατευτής, Δημ. 679. 27.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
percepteur de la dîme.
Étymologie: δεκάτη, λέγω².

Spanish (DGE)

-ου, ὁ perceptor del diezmo, recaudador del diezmo D.23.177, Poll.6.128, Hsch., Phot.δ 158
gener. recaudador de impuestos Polyaen.2.34, Basil.M.29.280B, Malch.1.18.

Greek Monolingual

ο (AM δεκατηλόγος)
ο δεκατευτής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δεκάτη + -λόγος < λέγω «συλλέγω, συγκεντρώνω»].

Greek Monotonic

δεκατηλόγος: ὁ (λέγω), αυτός που συλλέγει τη δεκάτη, τελώνης, σε Δημ.