ὑπεκδέχομαι: Difference between revisions
Δελφῖνα νήχεσθαι διδάσκεις: ἐπὶ τῶν ἐν ἐκείνοις τινὰ παιδοτριβούντων, ἐν οἷς ἤσκηται → Teaching dolphins to swim: is applied to those who are teaching something among people who are already well versed in it
(6) |
(4b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὑπεκδέχομαι:''' αποθ., [[δέχομαι]] από [[κάτω]] μου, λέγεται για [[αγελάδα]], <i>πόρτιν μαστῷ ὑπεκδέχεται</i>, δέχεται, έχει ένα [[μοσχαράκι]] [[κάτω]] από τον μαστό της, σε Ανθ. | |lsmtext='''ὑπεκδέχομαι:''' αποθ., [[δέχομαι]] από [[κάτω]] μου, λέγεται για [[αγελάδα]], <i>πόρτιν μαστῷ ὑπεκδέχεται</i>, δέχεται, έχει ένα [[μοσχαράκι]] [[κάτω]] από τον μαστό της, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὑπεκδέχομαι:''' принимать под, т. е. подпускать или подводить (πόρτιν μαστῷ Anth.). | |||
}} | }} |
Revision as of 11:16, 31 December 2018
English (LSJ)
A have under oneself, of a cow, μαστῷ πόρτιν ὑ., of a calf at the udder, AP9.722 (Antip. Sid.).
German (Pape)
[Seite 1185] (s. δέχομαι), unter sich nehmen; πόρτιν μαστῷ, von der Kuh, unter sich am Euter haben, Ep. ad. 221 (IX, 722).
Greek (Liddell-Scott)
ὑπεκδέχομαι: δέχομαι ὑποκάτω μου, ἐπὶ ἀγελάδος, πόρτιν μαστῷ ὑπ., δέχομαι μόσχον ὑποκάτω μου εἰς τὸν μαστόν, Ἀνθ. Π. 9. 722.
French (Bailly abrégé)
recevoir sous.
Étymologie: ὑπό, ἐκδέχομαι.
Greek Monolingual
Α
δέχομαι από κάτω μου («δάμαλις... μαστῷ πόρτιν ὑπεκδέχεται», Ανθ. Παλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + ἐκδέχομαι «παραλαμβάνω, δέχομαι, αναλαμβάνω ευθύνη»].
Greek Monotonic
ὑπεκδέχομαι: αποθ., δέχομαι από κάτω μου, λέγεται για αγελάδα, πόρτιν μαστῷ ὑπεκδέχεται, δέχεται, έχει ένα μοσχαράκι κάτω από τον μαστό της, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
ὑπεκδέχομαι: принимать под, т. е. подпускать или подводить (πόρτιν μαστῷ Anth.).