ἀκρότομος: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀκρότομος:''' -ον ([[τέμνω]]), αυτός που έχει κοπεί, αποσπαστεί διαπεραστικά, [[απότομος]], [[κρημνώδης]], σε Πολύβ.
|lsmtext='''ἀκρότομος:''' -ον ([[τέμνω]]), αυτός που έχει κοπεί, αποσπαστεί διαπεραστικά, [[απότομος]], [[κρημνώδης]], σε Πολύβ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀκρότομος:''' круто срезанный, обрывистый ([[πέτρα]] Polyb.).
}}
}}