γεροντία: Difference between revisions
From LSJ
οὐ γὰρ ἂν τό γε πραχθὲν ἀγένητον θείη → since he cannot make what was done as though it had not come to pass
(3) |
(1b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''γεροντία:''' ἡ, Λακων. [[τύπος]] του [[γερουσία]], σε Ξεν. | |lsmtext='''γεροντία:''' ἡ, Λακων. [[τύπος]] του [[γερουσία]], σε Ξεν. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''γεροντία:''' ἡ лак. Xen. = [[γερουσία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 18:04, 31 December 2018
English (LSJ)
ἡ, Lacon.,
A = γερουσία, X.Lac.10.1.
German (Pape)
[Seite 486] ἡ, Versammlung der Geronten in Sparta, Xen. Lac. 10, 1, = γερουσία.
Greek (Liddell-Scott)
γεροντία: ἡ, Λακων. τύπος τοῦ Γερουσία, Ξεν. Λακ. 10, 1.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
assemblée des vieillards ou sénat à Sparte.
Étymologie: lac. c. γερουσία.
Spanish (DGE)
v. γερουσία.
Greek Monolingual
γεροντία, η (δωρ. τ.) (Α)
η γερουσία.
Greek Monotonic
γεροντία: ἡ, Λακων. τύπος του γερουσία, σε Ξεν.
Russian (Dvoretsky)
γεροντία: ἡ лак. Xen. = γερουσία.