ἐπάντης: Difference between revisions
From LSJ
Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau
(4) |
(2) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἐπάντης:''' -ες ([[ἄντα]]) = [[ἀνάντης]], [[ανηφορικός]], σε Θουκ. | |lsmtext='''ἐπάντης:''' -ες ([[ἄντα]]) = [[ἀνάντης]], [[ανηφορικός]], σε Θουκ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἐπάντης:''' круто поднимающийся, крутой ([[λόφος]] Thuc.). | |||
}} | }} |
Revision as of 20:12, 31 December 2018
English (LSJ)
ες, rare form for ἀνάντης,
A steep, Th.7.79.
German (Pape)
[Seite 903] ες, bergan, steil in die Höhe, λόφος Thuc. 7, 79.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπάντης: -ες, σπάνιος τύπος ἀντὶ τοῦ ἀνάντης, ἀνηφορικός, «ὑψηλὸς» (Σουΐδ.), Θουκ. 7. 79.
French (Bailly abrégé)
ης, ες :
qui va en montant.
Étymologie: ἐπί, ἄντα.
Greek Monolingual
ἐπάντης, -ες (AM)
σπάν. τ. αντί ανάντης
ανηφορικός, υψηλός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + άντης (< άντα «αντίκρυ, απέναντι») τ. που απαντά μόνον εν συνθέσει (πρβλ. αν-άντης)].
Greek Monotonic
ἐπάντης: -ες (ἄντα) = ἀνάντης, ανηφορικός, σε Θουκ.
Russian (Dvoretsky)
ἐπάντης: круто поднимающийся, крутой (λόφος Thuc.).