πολιτηΐη: Difference between revisions
From LSJ
Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god
(nl) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext=πολιτηΐη, ἡ Ion. voor πολιτεία. | |elnltext=πολιτηΐη, ἡ Ion. voor πολιτεία. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πολῑτηΐη:''' ἡ ион. = [[πολιτεία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:28, 1 January 2019
English (LSJ)
ἡ, Ion. for πολιτεία.
German (Pape)
[Seite 657] ἡ, ion. = πολιτεία.
French (Bailly abrégé)
ion. c. πολιτεία.
Greek Monolingual
ἡ, Α
ιων. τ. βλ. πολιτεία.
Greek Monotonic
πολῑτηΐη: ἡ, Ιων. αντί πολιτεία.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πολιτηΐη, ἡ Ion. voor πολιτεία.
Russian (Dvoretsky)
πολῑτηΐη: ἡ ион. = πολιτεία.