ὑφάντης: Difference between revisions

From LSJ

ἡ γὰρ σιωπὴ τοῖς σοφοῖσιν ἀπόκρισιςsilence, you see, is an answer for the wise (Menander)

Source
(4b)
m (Text replacement - "(\{\{grml\n.*?)(\n\}\}\n\{\{grml\n\|mltxt=)(.*?\n\}\}\n)" to "\1<br />\3")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, θηλ. [[υφάντρια]] και [[υφάντρα]], ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[υφαντής]].
|mltxt=ὁ, θηλ. [[υφάντρια]] και [[υφάντρα]], ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[υφαντής]].<br />ο, θηλ. [[ὑφάντρια]] και [[υφάντρα]] / [[ὑφάντης]], θηλ. [[ὑφάντρια]] και ὑφάντρα, ΝΜΑ, και τ. θηλ. [[φάντρα]] Ν [[υφαίνω]]<br />[[τεχνίτης]] [[ειδικός]] στην [[υφαντική]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(<b>το αρσ.</b>) <b>ζωολ.</b> παλαιότερη [[ονομασία]] γένους στρουθιόμορφων πτηνών της Αφρικής<br /><b>μσν.</b><br />(στο Βυζάντιο) <b>μτφ.</b> η [[αράχνη]].
}}
{{grml
|mltxt=ο, θηλ. [[ὑφάντρια]] και [[υφάντρα]] / [[ὑφάντης]], θηλ. [[ὑφάντρια]] και ὑφάντρα, ΝΜΑ, και τ. θηλ. [[φάντρα]] Ν [[υφαίνω]]<br />[[τεχνίτης]] [[ειδικός]] στην [[υφαντική]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(<b>το αρσ.</b>) <b>ζωολ.</b> παλαιότερη [[ονομασία]] γένους στρουθιόμορφων πτηνών της Αφρικής<br /><b>μσν.</b><br />(στο Βυζάντιο) <b>μτφ.</b> η [[αράχνη]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 14:04, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑφάντης Medium diacritics: ὑφάντης Low diacritics: υφάντης Capitals: ΥΦΑΝΤΗΣ
Transliteration A: hyphántēs Transliteration B: hyphantēs Transliteration C: yfantis Beta Code: u(fa/nths

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A weaver, Pl.Phd.87b, R. 369d, Arist.Pol.1291a13, LXX Ex.26.1, PCair.Zen.80.10 (iii B. C.), etc.

Greek (Liddell-Scott)

ὑφάντης: -ου, ὁ, ὁ ὑφαίνων, Πλάτ. Φαίδρ. 87Β, Πολ. 369D, κ. ἀλλ.· ― ἐντεῦθεν ἐπὶ τῆς ἀράχνης, Βυζ.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
tisserand.
Étymologie: ὑφαίνω.

Greek Monolingual

ὁ, θηλ. υφάντρια και υφάντρα, ΜΑ
βλ. υφαντής.
ο, θηλ. ὑφάντρια και υφάντρα / ὑφάντης, θηλ. ὑφάντρια και ὑφάντρα, ΝΜΑ, και τ. θηλ. φάντρα Ν υφαίνω
τεχνίτης ειδικός στην υφαντική
νεοελλ.
(το αρσ.) ζωολ. παλαιότερη ονομασία γένους στρουθιόμορφων πτηνών της Αφρικής
μσν.
(στο Βυζάντιο) μτφ. η αράχνη.

Greek Monotonic

ὑφάντης: -ου, ὁ (ὑφαίνω), υφαντής, σε Πλάτ.

Russian (Dvoretsky)

ὑφάντης: ου ὁ ὑφαίνω ткач Plat., Arst., Plut.