Μουνυχιών: Difference between revisions

From LSJ

Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur

Menander, Monostichoi, 97
m (Text replacement - "*" to "*")
mNo edit summary
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=Mounychion
|Transliteration C=Mounychion
|Beta Code=*mounuxiw/n
|Beta Code=*mounuxiw/n
|Definition=ῶνος, ὁ, <span class="title">Munychion</span>, the tenth Attic month, <span class="bibl">Ar.<span class="title">Av.</span> 1047</span>, <span class="bibl">Aeschin.2.91</span>.
|Definition=ῶνος, ὁ, [[Munychion]], the [[tenth]] [[Attic]] [[month]], <span class="bibl">Ar.<span class="title">Av.</span> 1047</span>, <span class="bibl">Aeschin.2.91</span>.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Μουνῠχιών:''' -ῶνος, ὁ, ο [[δέκατος]] Αττικός [[μήνας]], κατά τη [[διάρκεια]] του οποίου γινόταν η [[γιορτή]] της Μουνυχίας Άρτεμης· το τελευταίο [[τμήμα]] του Απριλίου ως τις αρχές του Μαΐου, σε Αριστοφ., Αισχίν.
|lsmtext='''Μουνῠχιών:''' -ῶνος, ὁ, ο [[δέκατος]] Αττικός [[μήνας]], κατά τη [[διάρκεια]] του οποίου γινόταν η [[γιορτή]] της Μουνυχίας Άρτεμης· το τελευταίο [[τμήμα]] του Απριλίου ως τις αρχές του Μαΐου, σε Αριστοφ., Αισχίν.
}}
}}
{{elru
{{elru

Revision as of 18:49, 8 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Μουνῠχιών Medium diacritics: Μουνυχιών Low diacritics: Μουνυχιών Capitals: ΜΟΥΝΥΧΙΩΝ
Transliteration A: Mounychiṓn Transliteration B: Mounychiōn Transliteration C: Mounychion Beta Code: *mounuxiw/n

English (LSJ)

ῶνος, ὁ, Munychion, the tenth Attic month, Ar.Av. 1047, Aeschin.2.91.

Greek (Liddell-Scott)

Μουνῠχιών: (ὀρθότ. Μουνιχιὼν) -ῶνος, ὁ, ὁ δέκατος Ἀττικὸς μὴν καθ’ ὃν ἐτελεῖτο ἡ ἑορτὴ τῆς Μουνιχίας Ἀρτέμιδος, ἀντεστοίχει δὲ πρὸς τὸν ἡμέτερον Ἀπρίλιον περίπου (Ἰουλ. ἡμερολογ., Ἀριστοφ. Ὄρν. 1047· ἀμέσως μετὰ τὸν Ἐλαφηβολιῶνα, Αἰσχίν. 40. 20. Ὅρα Clinton F. H 2. append. xix.

French (Bailly abrégé)

c. Μουνιχιών.

Greek Monolingual

Μουνυχιών, -ῶνος, ὁ (Α)
ο δέκατος αττικός μήνας, κατά τον οποίο τελούνταν εορτή προς τιμήν της Μουνυχίας Αρτέμιδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Μουνυχία + κατάλ. -ών (πρβλ. Δημητρι-ών)].

Greek Monotonic

Μουνῠχιών: -ῶνος, ὁ, ο δέκατος Αττικός μήνας, κατά τη διάρκεια του οποίου γινόταν η γιορτή της Μουνυχίας Άρτεμης· το τελευταίο τμήμα του Απριλίου ως τις αρχές του Μαΐου, σε Αριστοφ., Αισχίν.

Russian (Dvoretsky)

Μουνῠχιών: ῶνος ὁ мунихион (10-й месяц атт. календаря, прибл. с 15-го апреля по 15-е мая) Arph., Plut.

Middle Liddell

Μουνῠχιών, ῶνος, ὁ,
the 10th Attic month, in which was held the festival of Munychian Artemis, = the latter part of April and beginning of May, Ar., Aeschin.