ἑτεροθαλής: Difference between revisions
ἔκβαλε πρῶτον ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σοῦ τὴν δοκόν, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου → first take the plank out of your own eye, and then you will see clearly to remove the speck from your brother's eye
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=eterothalis | |Transliteration C=eterothalis | ||
|Beta Code=e(teroqalh/s | |Beta Code=e(teroqalh/s | ||
|Definition=ές, <span class="sense"> | |Definition=ές, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[flourishing on one side]]: of children of the same father, but different mothers, <span class="title">Cat.Cod.Astr.</span>8(3).110, <span class="bibl">Eust.1283.2</span>, Tz.ad <span class="bibl">Hes.<span class="title">Op.</span> 374</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 11:10, 1 January 2021
English (LSJ)
ές, A flourishing on one side: of children of the same father, but different mothers, Cat.Cod.Astr.8(3).110, Eust.1283.2, Tz.ad Hes.Op. 374.
German (Pape)
[Seite 1048] ές, auf der einen Seite grünend; übertr., von Kindern, denen der Vater oder die Mutter fehlt, Ggstz von ἀμφιθαλής, Eust. zu Il. 22 p. 1389, 32; Schol. Hes. O. 374.
Greek (Liddell-Scott)
ἑτεροθᾰλής: -ές, θάλλων ἐκ τοῦ ἑτέρου μέρους, ἐπὶ τέκνων τοῦ αὐτοῦ μὲν πατρὸς ἀλλ’ ἐκ διαφόρων μητέρων, δηλ. ἐπὶ τέκνων μὴ ὁμομητρίων, Εὐστ. Ἰλ. 1283, 2, Κ. Μανασσ. Χρον. 6440, Γεωργ. Παχυμ. Μιχ. Παλ. σ. 197Β, Ἀρμενόπουλ. 5. 9, 19 κ. ἀλλ., ἀντίθ. τῷ ἀμφιθαλής. ― Ἴδε Κόντου Φιλολογ. Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 23.
Greek Monolingual
-ές (ΑΜ ἑτεροθαλής, -ές)
(για αδέλφια) νεοελλ. από τον ίδιο πατέρα και από άλλη μητέρα ή από την ίδια μητέρα και από άλλο πατέρα
αρχ.-μσν.
από τον ίδιο πατέρα και από άλλη μητέρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο- + -θαλής < θάλλω)].