ὀνάριον: Difference between revisions

From LSJ

ὥσπερ σελήνη γ' ἡλίῳ· τὴν μὲν χρόαν ἰδεῖν ὁμοιόν ἔστι θάλπει δ' οὐδαμῶςlike the moon to the sun: its color is similar to the eye, but it does not give off any heat

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "οῡν" to "οῦν ")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀνάριον]], τὸ (Α) [[όνος]]<br /><b>1.</b> [[μικρός]] όνος, γαιδουράκι<br /><b>2.</b> [[είδωλο]], συν. χάλκινο, μικρού όνου («τὸ [[ὀνάριον]] τὸ χαλκοῡν, εἰ ἐπωλεῑτο δραχμῶν κδ, [[ἔκτοτε]] ἂν ἔπεμψά σοι», πάπ.).
|mltxt=[[ὀνάριον]], τὸ (Α) [[όνος]]<br /><b>1.</b> [[μικρός]] όνος, γαιδουράκι<br /><b>2.</b> [[είδωλο]], συν. χάλκινο, μικρού όνου («τὸ [[ὀνάριον]] τὸ χαλκοῦν
, εἰ ἐπωλεῑτο δραχμῶν κδ, [[ἔκτοτε]] ἂν ἔπεμψά σοι», πάπ.).
}}
}}
{{elru
{{elru

Revision as of 14:25, 27 March 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀνάριον Medium diacritics: ὀνάριον Low diacritics: ονάριον Capitals: ΟΝΑΡΙΟΝ
Transliteration A: onárion Transliteration B: onarion Transliteration C: onarion Beta Code: o)na/rion

English (LSJ)

τό, Dim. of ὄνος, Diph.89, Macho ap.Ath.13.582c, Arr.Epict.2.24.18, A Vit.Aesop. Oxy.2083.19, POxy.63.11 (ii/iii A. D.) ; of a bronze figure, PGiss.47.17 (ii A. D.).

German (Pape)

[Seite 345] τό, dim. von ὄνος, Eselein, Macho bei Ath. XIII, 582 c (v. 67).

Greek (Liddell-Scott)

ὀνάριον: τό, ὑποκορ. τοῦ ὄνος, Δίφιλ. ἐν Ἀδήλ. 4, Μάχων παρ’ Ἀθην. 582C, κ. ἀλλ.

English (Strong)

neuter of a presumed derivative of ὄνος; a little ass: young ass.

English (Thayer)

ὀναριου, τό (diminutive of ὄνος; cf. (Winer's Grammar, 24and) γιναικαριον), a little ass: Machon quoted in Athen. 13, p. 582c.; (Epictetus diss. 2,24, 18).)

Greek Monolingual

ὀνάριον, τὸ (Α) όνος
1. μικρός όνος, γαιδουράκι
2. είδωλο, συν. χάλκινο, μικρού όνου («τὸ ὀνάριον τὸ χαλκοῦν , εἰ ἐπωλεῑτο δραχμῶν κδ, ἔκτοτε ἂν ἔπεμψά σοι», πάπ.).

Russian (Dvoretsky)

ὀνάριον: τό ὄνος осленок NT.

Chinese

原文音譯:Ñn£rion 哦那里按
詞類次數:名詞(1)
原文字根:(小)驢
字義溯源:驢駒,小驢;源自 (ὄνος)*=驢
出現次數:總共(1);約(1)
譯字彙編
1) 一匹驢駒(1) 約12:14