δεκατάλαντος: Difference between revisions

From LSJ

Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück

Menander, Monostichoi, 125
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''δεκατάλαντος:'''<br /><b class="num">1)</b> весом в десять талантов ([[λίθος]] Arph.);<br /><b class="num">2)</b> стоимостью в десять талантов (δωρεαί Luc.);<br /><b class="num">3)</b> касающийся суммы в десять талантов ([[δίκη]] Aeschin.).
|elrutext='''δεκατάλαντος:'''<br /><b class="num">1)</b> [[весом в десять талантов]] ([[λίθος]] Arph.);<br /><b class="num">2)</b> [[стоимостью в десять талантов]] (δωρεαί Luc.);<br /><b class="num">3)</b> [[касающийся суммы в десять талантов]] ([[δίκη]] Aeschin.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[τάλαντον]]<br />[[worth]] ten talents: [[δίκη]] δεκ. an [[action]] in [[which]] the damages were laid at ten talents, Aeschin.
|mdlsjtxt=[[τάλαντον]]<br />[[worth]] ten talents: [[δίκη]] δεκ. an [[action]] in [[which]] the damages were laid at ten talents, Aeschin.
}}
}}

Revision as of 19:05, 19 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεκᾰτᾰλαντος Medium diacritics: δεκατάλαντος Low diacritics: δεκατάλαντος Capitals: ΔΕΚΑΤΑΛΑΝΤΟΣ
Transliteration A: dekatálantos Transliteration B: dekatalantos Transliteration C: dekatalantos Beta Code: dekata/lantos

English (LSJ)

ον, A weighing or worth ten talents, λίθος Ar.Fr.276; δίκη δ. an action in which the damages were laid at ten talents, Aeschin.2.99.

German (Pape)

[Seite 543] von zehn Talenten, λίθος, zehn Talente schwer, Ar. bei Poll. 9, 53; δεκατάλαντον καταφαγών Men. Poll. 9, 76; δίκη Aesch. 2, 99; δωρεαί Luc. Tim. 12.

Greek (Liddell-Scott)

δεκατάλαντος: -ον, ζυγίζων ἢ ἀξίζων δέκα τάλαντα, λίθος Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 264, πρβλ. Μένανδ. Παρακατ. 5· - δίκη δ., διαδικασία, καθ' ἣν ἡ ζημία ὡρίζετο εἰς δέκα τάλαντα, Αἰσχίν. 41. 13.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui vaut dix talents, de dix talents.
Étymologie: δέκα, τάλαντον.

Spanish (DGE)

(δεκᾰτάλαντος) -ον
• Prosodia: [-τᾰ-]
1 de diez talentos de peso λίθος Ar.Fr.286, λίθος δ. ὁλκήν Plu.Marc.15, ἄγκυρα Them.in Ph.132.23, βάρος Them.in Ph.207.16
subst. τὸ δ. peso de diez talentos Poll.9.54.
2 que vale diez talentos δ. δίκη proceso en el que se reclaman diez talentos Aeschin.2.99, δωρεαί Luc.Tim.12, γῄδιον Philostr.VS 615.

Greek Monolingual

δεκατάλαντος, -ον (AM)
όποιος έχει βάρος ή αξία δέκα ταλάντων
αρχ.
φρ. «δεκατάλαντος δίκη» — διαδικασία κατά την οποία η ζημία οριζόταν σε δέκα τάλαντα.

Greek Monotonic

δεκατάλαντος: -ον (τάλαντον), ισάξιος με δέκα τάλαντα· δίκη δεκ., διαδικασία, κατά την οποία οι ζημιές υπολογίζονται στα δέκα τάλαντα, σε Αισχίν.

Russian (Dvoretsky)

δεκατάλαντος:
1) весом в десять талантов (λίθος Arph.);
2) стоимостью в десять талантов (δωρεαί Luc.);
3) касающийся суммы в десять талантов (δίκη Aeschin.).

Middle Liddell

τάλαντον
worth ten talents: δίκη δεκ. an action in which the damages were laid at ten talents, Aeschin.