Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

πορφυρίων: Difference between revisions

From LSJ

Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection

Porphyry, Sententiae, 25
m (Text replacement - "d’" to "d'")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0686.png Seite 686]] ωνος, ὁ, Wasserhuhn, nach seiner Farbe benannt; Ar. Av. 707. 882; Arist. H. A. 8, 6; vgl. [[πορφυρίς]]. – Auch eine Wallfischart? – Ein Meerpolyp, Artemid. 2, 14.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0686.png Seite 686]] ωνος, ὁ, Wasserhuhn, nach seiner Farbe benannt; Ar. Av. 707. 882; Arist. H. A. 8, 6; vgl. [[πορφυρίς]]. – Auch eine Wallfischart? – Ein Meerpolyp, Artemid. 2, 14.
}}
{{bailly
|btext=ωνος (ὁ) :<br /><b>1</b> poule d'eau à bec et à pattes rouges, <i>oiseau</i>;<br /><b>2</b> sorte de polype.<br />'''Étymologie:''' [[πορφύρα]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πορφῠρίων''': -ωνος, ὁ, πτηνόν τι .ἔχον [[μέγεθος]] ἀλεκτρυόνος, καλεῖται δὲ [[πορφυρίων]] διὰ τὸ τοῦ ῥύγχους φοινικοῦν, fulica porfyrion Λιν., poule Sultane Buff., Ἀριστοφ. Ὄρν. 707, κ. ἀλλ., Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 17, 32., 8. 6, 1, Ἑβδ. (Λευϊτ. ΙΑ΄, 18)· διαφέρει τῆς πορφυρίδος, Ἀθήν. 388D, καὶ τοῦ φοινικοπτέρου. ΙΙ. [[εἶδος]] πολύποδος, Ἀρτεμίδ. 2. 14· [[εἶδος]] ἰχθύος, Ἡσύχ.
|lstext='''πορφῠρίων''': -ωνος, ὁ, πτηνόν τι .ἔχον [[μέγεθος]] ἀλεκτρυόνος, καλεῖται δὲ [[πορφυρίων]] διὰ τὸ τοῦ ῥύγχους φοινικοῦν, fulica porfyrion Λιν., poule Sultane Buff., Ἀριστοφ. Ὄρν. 707, κ. ἀλλ., Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 17, 32., 8. 6, 1, Ἑβδ. (Λευϊτ. ΙΑ΄, 18)· διαφέρει τῆς πορφυρίδος, Ἀθήν. 388D, καὶ τοῦ φοινικοπτέρου. ΙΙ. [[εἶδος]] πολύποδος, Ἀρτεμίδ. 2. 14· [[εἶδος]] ἰχθύος, Ἡσύχ.
}}
{{bailly
|btext=ωνος (ὁ) :<br /><b>1</b> poule d'eau à bec et à pattes rouges, <i>oiseau</i>;<br /><b>2</b> sorte de polype.<br />'''Étymologie:''' [[πορφύρα]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 08:21, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πορφυρίων Medium diacritics: πορφυρίων Low diacritics: πορφυρίων Capitals: ΠΟΡΦΥΡΙΩΝ
Transliteration A: porphyríōn Transliteration B: porphyriōn Transliteration C: porfyrion Beta Code: porfuri/wn

English (LSJ)

ωνος, ὁ, A purple coot or water-hen, Fulica porphyrion, Ar.Av.707, al., Arist.HA509a11, 595a12, LXX Le.11.18, Polem.Hist.59; distinguished from the πορφυρίς, Call.Fr. 100c.2. II a kind of polypus, Artem.2.14. 2 a kind of fish, Hsch.

German (Pape)

[Seite 686] ωνος, ὁ, Wasserhuhn, nach seiner Farbe benannt; Ar. Av. 707. 882; Arist. H. A. 8, 6; vgl. πορφυρίς. – Auch eine Wallfischart? – Ein Meerpolyp, Artemid. 2, 14.

French (Bailly abrégé)

ωνος (ὁ) :
1 poule d'eau à bec et à pattes rouges, oiseau;
2 sorte de polype.
Étymologie: πορφύρα.

Greek (Liddell-Scott)

πορφῠρίων: -ωνος, ὁ, πτηνόν τι .ἔχον μέγεθος ἀλεκτρυόνος, καλεῖται δὲ πορφυρίων διὰ τὸ τοῦ ῥύγχους φοινικοῦν, fulica porfyrion Λιν., poule Sultane Buff., Ἀριστοφ. Ὄρν. 707, κ. ἀλλ., Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 17, 32., 8. 6, 1, Ἑβδ. (Λευϊτ. ΙΑ΄, 18)· διαφέρει τῆς πορφυρίδος, Ἀθήν. 388D, καὶ τοῦ φοινικοπτέρου. ΙΙ. εἶδος πολύποδος, Ἀρτεμίδ. 2. 14· εἶδος ἰχθύος, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

-ονος, ο, ΝΜΑ
γένος γερανόμορφων πτηνών τών ελών όλων σχεδόν τών θερμών περιοχών του κόσμου με πτέρωμα βαθυκύανο ιώδες και σκούρο πράσινο και με κόκκινα πόδια και ράμφος, της οικογένειας ραλλίδες
αρχ.
1. ονομασία πολύποδα
2. ονομασία ψαριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πορφύρα + επίθημα -ίων (πρβλ. μωρ-ίων)].

Greek Monotonic

πορφῠρίων: -ωνος, ὁ (πορφύρα), νερόκοτα, σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

πορφῠρίων: ωνος ὁ зоол. лысуха красная (Fulica porphyris L) Arph., Diod.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πορφυρίων -ωνος, ὁ [πορφύρα] waterhoen.

Middle Liddell

πορφῠρίων, ωνος, ὁ, πορφύρα
the water-hen, Ar.