πεντηκοντήρ: Difference between revisions

From LSJ

Ἱστοὶ γυναικῶν ἔργα κοὐκ ἐκκλησίαι → Muliebre telae sunt opus, non contio → Der Webstuhl ist der Frau Geschäft, nicht Politik

Menander, Monostichoi, 260
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1.<br")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=ῆρος (ὁ) :<br />commandant de cinquante soldats.<br />'''Étymologie:''' [[πεντήκοντα]].
|btext=ῆρος (ὁ) :<br />[[commandant de cinquante soldats]].<br />'''Étymologie:''' [[πεντήκοντα]].
}}
}}
{{elnl
{{elnl

Revision as of 14:25, 8 January 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεντηκοντήρ Medium diacritics: πεντηκοντήρ Low diacritics: πεντηκοντήρ Capitals: ΠΕΝΤΗΚΟΝΤΗΡ
Transliteration A: pentēkontḗr Transliteration B: pentēkontēr Transliteration C: pentikontir Beta Code: penthkonth/r

English (LSJ)

ῆρος, ὁ, commander of fifty men, name of an officer in the Spartan army, Th.5.66, X. An. 3.4.21:—written πεντηκοστήρ in Id.Lac. 11.4, 13.4, HG 3.5.22, 4.5.7.

German (Pape)

[Seite 558] ῆρος, ὁ, = πεντηκοστήρ; Thuc. 5, 66; Xen. An. 3, 4, 21.

French (Bailly abrégé)

ῆρος (ὁ) :
commandant de cinquante soldats.
Étymologie: πεντήκοντα.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πεντηκοντήρ -ῆρος, ὁ [πεντήκοντα] commandant van vijftig man.

Russian (Dvoretsky)

πεντηκοντήρ: ῆρος ὁ (в Спарте) командир отряда в пятьдесят человек Thuc., Xen.

Greek (Liddell-Scott)

πεντηκοντήρ: ῆρος, ὁ, ὁ διοικῶν σῶμα ἐκ πεντήκοντα ἀνδρῶν (ἐν τῷ Σπαρτιατικῷ στρατῷ), Θουκ. 5. 66, Ξεν. Ἀνάβ. 3. 4. 21· φέρεται πεντηκοστὴρ ἐν Ξεν. Λακ. 11. 4., 13. 4, Ἑλλ. 3, 5, 22., 4. 5, 7.

Greek Monolingual

και πεντηκοστήρ, -ῆρος, ὁ, Α
(στον σπαρτιατικό στρατό) αυτός που διοικεί στρατιωτικό σώμα πενήντα αντρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. πεντηκοστήρ < πεντηκοσ-τύς, ενώ ο τ. πεντηκοντήρ έχει σχηματιστεί αναλογικά προς το πεντήκοντα.

Greek Monotonic

πεντηκοντήρ: -ῆρος, ὁ, αρχηγός σώματος πενήντα αντρών, διοικητής του σπαρτιατικού στρατού, σε Θουκ., Ξεν.

Middle Liddell

πεντηκοντήρ, ῆρος, ὁ,
the commander of fifty men, an officer in the Spartan army, Thuc., Xen.