τριττύα: Difference between revisions

From LSJ

Εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → A way of life disposed to silence is contemptible → Taciturna facile ingenia contemni solent → Gemein ist ein Charakter, über den man schweigt

Menander, Monostichoi, 167
m (pape replacement)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=και τρικτύα και [[τρίκτοια]] και [[τρίττοια]] και [[τρίκτευα]] και τρικτεύα και τρίττοα και [[τρίκτειρα]], ἡ, Α<br />[[θυσία]] τριών ζώων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τριττύς]] / [[τρικτύς]], [[κατά]] τα θηλ. σε -<i>α</i> (<b>πρβλ.</b> [[ὄστρυς]]: [[ὀστρύα]]). Οι τ. [[τρίττοια]] / [[τρίκτοια]] και <i>τρίττοα</i> [[είναι]] πιθανότατα δ. γρφ. της λ., ενώ κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], πιο αβέβαιη, πρόκειται για αναλογικούς σχηματισμούς [[κατά]] τα επίθ. σε -<i>οιος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>όμ</i>-<i>οιος</i>). Δυσερμήνευτοι, [[τέλος]], παραμένουν τόσο ο τ. που παραδίδει ο <b>Ησύχ.</b> [[τρίκτειρα]], όσο και ο τ. [[τρίκτευα]] ή <i>τρικτεύα</i> που μαρτυρείται στη φρ. <i>θύεν</i>... <i>τρικτεύαν κηΰα</i> (<b>βλ. λ.</b> [[κήυος]])].
|mltxt=και τρικτύα και [[τρίκτοια]] και [[τρίττοια]] και [[τρίκτευα]] και τρικτεύα και τρίττοα και [[τρίκτειρα]], ἡ, Α<br />[[θυσία]] τριών ζώων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τριττύς]] / [[τρικτύς]], [[κατά]] τα θηλ. σε -<i>α</i> (<b>πρβλ.</b> [[ὄστρυς]]: [[ὀστρύα]]). Οι τ. [[τρίττοια]] / [[τρίκτοια]] και <i>τρίττοα</i> [[είναι]] πιθανότατα δ. γρφ. της λ., ενώ κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], πιο αβέβαιη, πρόκειται για αναλογικούς σχηματισμούς [[κατά]] τα επίθ. σε -<i>οιος</i> ([[πρβλ]]. [[όμοιος]]). Δυσερμήνευτοι, [[τέλος]], παραμένουν τόσο ο τ. που παραδίδει ο <b>Ησύχ.</b> [[τρίκτειρα]], όσο και ο τ. [[τρίκτευα]] ή <i>τρικτεύα</i> που μαρτυρείται στη φρ. <i>θύεν</i>... <i>τρικτεύαν κηΰα</i> (<b>βλ. λ.</b> [[κήυος]])].
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=ἡ, = [[τριττύς]]; nach Eust. zu <i>Od</i>. 11.131 und Philemon. <i>lex</i>. οἱ παλαιοὶ ἔλεγον τὴν ἐκ τριῶν ζώων θυσίαν [[οἷον]] [[δύο]] μήλων καὶ βοός, ἢ βοὸς καὶ αἰγὸς καὶ προβάτου usw., vgl. Nitzsch Anm. III p. 207f.
|ptext=ἡ, = [[τριττύς]]; nach Eust. zu <i>Od</i>. 11.131 und Philemon. <i>lex</i>. οἱ παλαιοὶ ἔλεγον τὴν ἐκ τριῶν ζώων θυσίαν [[οἷον]] [[δύο]] μήλων καὶ βοός, ἢ βοὸς καὶ αἰγὸς καὶ προβάτου usw., vgl. Nitzsch Anm. III p. 207f.
}}
}}

Revision as of 16:35, 11 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τριττύᾱ Medium diacritics: τριττύα Low diacritics: τριττύα Capitals: ΤΡΙΤΤΥΑ
Transliteration A: trittýa Transliteration B: trittya Transliteration C: trittya Beta Code: trittu/a

English (LSJ)

[ῠ], ἡ, = τριττύς 11, Epich.187 (acc. to Eust., but he prob. wrote τρίκτοια like Sophr. infr.), Ister 34; acc. pl. τριττύας χρυσόκερως Porph.Abst.2.60; also τρικτεύα or τρίκτευα, IG22.1126.34 (Amphict. Delph., iv B. C.); τρίττοια βόαρχος χρυσόκερως ib.12.76.37, 845.6, cf. Theognost.Can.103; τρίττοα, IG12.5.5 (Eleusis, v B. C.); τρικτοι (sic cod. A Ath.) ἀλεξιφαρμάκων Sophr.3 (perhaps τρίκτοι' ἀλ. rather than τρικτὺς ἀλ. as Schweigh., Kaibel): Hsch. also cites τρίκτειρα ( = θυσία Ἐνυαλίῳ, θύεται δὲ πάντα τρία καὶ ἔνορχα).

Greek (Liddell-Scott)

τριττύᾱ: ἡ, = τριττὴς ΙΙ, «τριττύα λέγεται παρὰ τοῖς παλαιοῖς θυσία ἐκ τριῶν ζῴων, οἷον δύο μήλων καὶ βοὸς ὡς Ἐπίχαρμος· ἢ βοός, αἰγὸς καὶ προβάτου· ἢ κάπρου, κριοῦ καὶ ταύρου» Φιλήμονος Λεξικ. Τεχνολογ. σελ. 168 Osann., πρβλ. Ἴστρον 34· οὕτω καὶ τρικτεύα (πιθανῶς ἡμαρτημένως ἀντὶ τρικτύα), Συλλ. Ἐπιγρ. 1688. 34, ἴδε Böckh σ. 811· καὶ ὁ Achrens εἰς Σώφρονα (Ἀποσπ. 33) διορθοῖ τρικτύα ἀντὶ τρίκτοι· ὁ Ἡσύχ. μνημονεύει καὶ τρίκτειρα, (τρικτεῖρα Schm.)· «θυσία Ἐνυαλίῳ· θύεται δὲ πάντα τρία καὶ ἔνορχα».

Greek Monolingual

και τρικτύα και τρίκτοια και τρίττοια και τρίκτευα και τρικτεύα και τρίττοα και τρίκτειρα, ἡ, Α
θυσία τριών ζώων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τριττύς / τρικτύς, κατά τα θηλ. σε -α (πρβλ. ὄστρυς: ὀστρύα). Οι τ. τρίττοια / τρίκτοια και τρίττοα είναι πιθανότατα δ. γρφ. της λ., ενώ κατ' άλλη άποψη, πιο αβέβαιη, πρόκειται για αναλογικούς σχηματισμούς κατά τα επίθ. σε -οιος (πρβλ. όμοιος). Δυσερμήνευτοι, τέλος, παραμένουν τόσο ο τ. που παραδίδει ο Ησύχ. τρίκτειρα, όσο και ο τ. τρίκτευα ή τρικτεύα που μαρτυρείται στη φρ. θύεν... τρικτεύαν κηΰα (βλ. λ. κήυος)].

German (Pape)

ἡ, = τριττύς; nach Eust. zu Od. 11.131 und Philemon. lex. οἱ παλαιοὶ ἔλεγον τὴν ἐκ τριῶν ζώων θυσίαν οἷον δύο μήλων καὶ βοός, ἢ βοὸς καὶ αἰγὸς καὶ προβάτου usw., vgl. Nitzsch Anm. III p. 207f.