μοχθήεις: Difference between revisions
From LSJ
Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=mochthieis | |Transliteration C=mochthieis | ||
|Beta Code=moxqh/eis | |Beta Code=moxqh/eis | ||
|Definition= | |Definition=μοχθήεσσα, μοχθήεν, = [[μοχθηρός]], Nic.''Al.''617. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 12:18, 25 August 2023
English (LSJ)
μοχθήεσσα, μοχθήεν, = μοχθηρός, Nic.Al.617.
German (Pape)
[Seite 212] εσσα, εν, p. = μοχθηρός, Nic. Al. 538 (616), Schol. erkl. ἐπίπονος.
Greek (Liddell-Scott)
μοχθήεις: εσσα, εν, = μοχθηρός, Σοφ. εἰς Νικ. Ἀλεξιφ. 616.
Greek Monolingual
μοχθήεις, -εσσα, -εν (Α)
αυτός που έχει γίνει με κόπο και μόχθο, επίπονος, επίμοχθος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μόχθος + κατάλ. -ήεις (πρβλ. ονειρήεις)].