ἀμφιλύκη: Difference between revisions

From LSJ

νόμος βούλεται μὲν εὑεργετεῖν βίον ἀνθρώπων (Democritus) → Law is meant to benefit human life

Source
(6_14)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμφιλύκη''': νύξ, ἡ, ἐν Ἰλ. Η. 433, τὸ λυκαυγὲς τῆς πρωίας, ἀλλαχοῦ [[λυκόφως]]: παρ’ Ἀπολλ. Ροδ. [[ἄνευ]] τοῦ νὺξ Β. 671: ἀρσεν. ἀμφίλυκος [[οὐδαμοῦ]] εὕρηται (ἴδε ἐν λ. *[[λύκη]]).
|lstext='''ἀμφιλύκη''': νύξ, ἡ, ἐν Ἰλ. Η. 433, τὸ λυκαυγὲς τῆς πρωίας, ἀλλαχοῦ [[λυκόφως]]: παρ’ Ἀπολλ. Ροδ. [[ἄνευ]] τοῦ νὺξ Β. 671: ἀρσεν. ἀμφίλυκος [[οὐδαμοῦ]] εὕρηται (ἴδε ἐν λ. *[[λύκη]]).
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />la nuit à demi lumineuse, <i>càd</i> l’aube.<br />'''Étymologie:''' [[ἀμφί]], R. Λυκ briller.
}}
}}

Revision as of 19:41, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφιλύκη Medium diacritics: ἀμφιλύκη Low diacritics: αμφιλύκη Capitals: ΑΜΦΙΛΥΚΗ
Transliteration A: amphilýkē Transliteration B: amphilykē Transliteration C: amfilyki Beta Code: a)mfilu/kh

English (LSJ)

νύξ, ἡ,

   A = λοκόφως, half light, morning twilight, Il 7.433; without νύξ, A.R.2.671, Opp.C.1.135, AP5.280 (Paul. Sil.), Lyd.Ost. 65. (No masc. is found.)

German (Pape)

[Seite 140] νύξ (s. λυκόφως), Morgendämmerung, der grauende Morgen, Hom. einmal, Iliad. 7, 433 Scholl. Ariston. ἡ διπλῆ, ὅτι ἅπαξ μόνον ἐνταῦθα τῇ λέξει κέχρηται; – ohne νύξ Ap. Rh. 2, 671; – Agath. 78 (VII, 583) τρισσὴ δ' ἀμφιλύκη δρόμον ἤνυσεν.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφιλύκη: νύξ, ἡ, ἐν Ἰλ. Η. 433, τὸ λυκαυγὲς τῆς πρωίας, ἀλλαχοῦ λυκόφως: παρ’ Ἀπολλ. Ροδ. ἄνευ τοῦ νὺξ Β. 671: ἀρσεν. ἀμφίλυκος οὐδαμοῦ εὕρηται (ἴδε ἐν λ. *λύκη).

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
la nuit à demi lumineuse, càd l’aube.
Étymologie: ἀμφί, R. Λυκ briller.