δισχίλιοι: Difference between revisions

From LSJ

Sunt verba voces quibus hunc lenire dolorem possis, magnam morbi deponere partem → Words will avail the wretched mind to ease and much abate the dismal black disease.

Horace, Epistles 1.34
(6_3)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δισχίλιοι''': [ῑ], -αι, -α, δύο χιλιάδες, Ἡρόδ. 2. 44, κτλ.· ποιητ. δισχίλοις ἀνδραπόδεσσιν Ἐπιγράμμ. Ἑλλην. 26. 7· -ἑνικ. δισχίλιος, α, ον, [[μετὰ]] περιληπτικῶν ὀνομάτων, π.χ. [[ἵππος]] Ἡρόδ. 7. 158.
|lstext='''δισχίλιοι''': [ῑ], -αι, -α, δύο χιλιάδες, Ἡρόδ. 2. 44, κτλ.· ποιητ. δισχίλοις ἀνδραπόδεσσιν Ἐπιγράμμ. Ἑλλην. 26. 7· -ἑνικ. δισχίλιος, α, ον, [[μετὰ]] περιληπτικῶν ὀνομάτων, π.χ. [[ἵππος]] Ἡρόδ. 7. 158.
}}
{{bailly
|btext=αι, α;<br />deux mille ; <i>au sg.</i> [[δισχιλίη]] <i>(ion.)</i> [[ἵππος]] HDT troupe de 2 000 cavaliers.<br />'''Étymologie:''' [[δίς]], [[χίλιοι]].
}}
}}

Revision as of 19:52, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δισχίλιοι Medium diacritics: δισχίλιοι Low diacritics: δισχίλιοι Capitals: ΔΙΣΧΙΛΙΟΙ
Transliteration A: dischílioi Transliteration B: dischilioi Transliteration C: dischilioi Beta Code: disxi/lioi

English (LSJ)

[χῑ], αι, α, Aeol. δισχέλιοι Alc.Supp.22.2:—

   A two thousand, Hdt.2.44, Ar.V.660, Pl.Criti,118a, etc.: poet. dat. pl., δισχίλοις ἀνδραπόδοισιν IG12.1085: sg., δισχίλιος, α, ον, with collective Nouns, e. g. ἵππος Hdt.7.158.

German (Pape)

[Seite 644] αι, α, zweitausend; Plat. Critia. 118 a; bei Collectivis auch im sing, z. B. δισχιλίη ἵππος, Her. 7, 158.

Greek (Liddell-Scott)

δισχίλιοι: [ῑ], -αι, -α, δύο χιλιάδες, Ἡρόδ. 2. 44, κτλ.· ποιητ. δισχίλοις ἀνδραπόδεσσιν Ἐπιγράμμ. Ἑλλην. 26. 7· -ἑνικ. δισχίλιος, α, ον, μετὰ περιληπτικῶν ὀνομάτων, π.χ. ἵππος Ἡρόδ. 7. 158.

French (Bailly abrégé)

αι, α;
deux mille ; au sg. δισχιλίη (ion.) ἵππος HDT troupe de 2 000 cavaliers.
Étymologie: δίς, χίλιοι.