καταδακρύω: Difference between revisions

From LSJ

οὕτως ἐξ ἐχθρῶν αὐτοκτόνα πέμπετο δῶρα, ἐν χάριτος προφάσει μοῖραν ἔχοντα μόρου → thus mutual gifts that bring death were bestowed by enemies, gifts that brought the lot of death in the name of a favor

Source
(6_12)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καταδακρύω''': θρηνῶ, [[κλαίω]], τὴν τύχην Ξεν. Κύρ. 5. 4, 31· τινος, διά τινα, Σουΐδ.· ἀπολ., [[κλαίω]] πικρῶς, Εὐρ. Ἑλ. 673, Πλουτ. Καῖσ. 41, κτλ. ΙΙ. μεταβ. ἐνεργείας, [[κάμνω]] τινὰ νὰ δακρύσῃ, κινῶ εἰς δάκρυα, Ἀππ. Καρχηδ. 70, Ἐμφυλ. 4. 94.
|lstext='''καταδακρύω''': θρηνῶ, [[κλαίω]], τὴν τύχην Ξεν. Κύρ. 5. 4, 31· τινος, διά τινα, Σουΐδ.· ἀπολ., [[κλαίω]] πικρῶς, Εὐρ. Ἑλ. 673, Πλουτ. Καῖσ. 41, κτλ. ΙΙ. μεταβ. ἐνεργείας, [[κάμνω]] τινὰ νὰ δακρύσῃ, κινῶ εἰς δάκρυα, Ἀππ. Καρχηδ. 70, Ἐμφυλ. 4. 94.
}}
{{bailly
|btext=verser des larmes.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[δακρύω]].
}}
}}

Revision as of 20:00, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταδακρύω Medium diacritics: καταδακρύω Low diacritics: καταδακρύω Capitals: ΚΑΤΑΔΑΚΡΥΩ
Transliteration A: katadakrýō Transliteration B: katadakryō Transliteration C: katadakryo Beta Code: katadakru/w

English (LSJ)

   A bewail, τὴν ἑαυτοῦ τύχην X.Cyr.5.4.31; τινας Id.HG 2.4.22; τινος for one, Suid.: abs., weep bitterly, E.Hel.673.(lyr.), Tim. Pers.151, Plu.Caes.41, etc.    II causal, make weep, move to tears, App.Pun.70, BC4.114.

German (Pape)

[Seite 1344] 1) beweinen; Eur. Hel. 697; τὴν τύχην Xen. Cyr. 5, 4, 31; Sp., wie Plut. Caes. 41; τινός, Suid. – 2) Jem. zu Thränen bringen, App. B. C. 4, 94 Pun. 70.

Greek (Liddell-Scott)

καταδακρύω: θρηνῶ, κλαίω, τὴν τύχην Ξεν. Κύρ. 5. 4, 31· τινος, διά τινα, Σουΐδ.· ἀπολ., κλαίω πικρῶς, Εὐρ. Ἑλ. 673, Πλουτ. Καῖσ. 41, κτλ. ΙΙ. μεταβ. ἐνεργείας, κάμνω τινὰ νὰ δακρύσῃ, κινῶ εἰς δάκρυα, Ἀππ. Καρχηδ. 70, Ἐμφυλ. 4. 94.

French (Bailly abrégé)

verser des larmes.
Étymologie: κατά, δακρύω.