γειτνίασις: Difference between revisions
Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind
(Bailly1_1) |
(big3_9) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=εως (ἡ) :<br />le voisinage, les voisins.<br />'''Étymologie:''' [[γειτνιάω]]. | |btext=εως (ἡ) :<br />le voisinage, les voisins.<br />'''Étymologie:''' [[γειτνιάω]]. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[vecindad]], [[proximidad]] ὅταν διὰ τὴν γειτνίασιν ἑλκύσωσιν ὑγρότητα θερμήν Arist.<i>PA</i> 672<sup>b</sup>28, cf. Charito 4.1.5, 6.2, τὸ Ἰουδαίων γένος ... τῇ Συρίᾳ κατὰ τὴν γειτνίασιν ἀναμεμιγμένον I.<i>BI</i> 7.43, cf. Plot.3.6.14<br /><b class="num">•</b>c. gen. τοῦ ποταμοῦ Thphr.<i>CP</i> 6.18.7, ἡ γ. τῶν βασιλέων I.<i>BI</i> 7.223, cf. 172, <i>AI</i> 3.75, ὥσπερ εἴ τις σοφῷ γειτονῶν ἀπολαύοι τῆς τοῦ σοφοῦ γειτνιάσεως Plot.1.2.5, ὥστε καὶ τὰς κινήσεις εὐθύς τε λύεσθαι τῇ γειτνιάσει τοῦ λογιζομένου Porph.<i>Sent</i>.32.<br /><b class="num">2</b> [[barrio]], [[distrito]] ἐὰν μή τινες κατὰ τὰς γειτνιάσεις ἕνεκεν τῆς πρὸς [[ἀλλήλους]] διόδου ἀτραποῖς χρῶνται <i>SEG</i> 13.521.28 (Pérgamo II a.C.), cf. Plu.<i>Cor</i>.24, ἡ χώρα, βαρβαρικαῖς ἀναμεμειγμένη γειτνιάσεσι Plu.<i>Per</i>.19.<br /><b class="num">3</b> [[límite]], [[linde]] de tierras <i>PNess</i>.32.9 (VI d.C.), cf. 99.5 (VI/VII d.C.).<br /><b class="num">4</b> [[asociación cultual]] radicada en las cercanías del templo del dios al que estaba dedicada ἡ ἱερὰ Λητοῦς γ. <i>TAM</i> 3.765.11 (Termeso, imper.), Διὸ[ς] Σωτ[ῆ] ρος ἡ γ. <i>IPrusias</i> 63, 64.<br /><b class="num">II</b> fig. [[semejanza]] κατὰ τὴν γειτνίασιν καὶ ὁμοιότητα Arist.<i>EE</i> 1232<sup>a</sup>21, cf. <i>Pol</i>.1257<sup>a</sup>2, τῇ παραλλήλῳ τῆς ἰδέας γειτνιάσει I.<i>AI</i> 12.72. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:58, 21 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A = γειτονία, neighbourhood, proximity, Arist.PA672b28, etc. 2 a neighbourhood, district, OGI483.28, 32 (Pergam., ii B. C.), Ph.2.475 (pl.), Plu. Cor.24; βαρβαρικαὶ γ. Id.Per.19. II proximity, resemblance, κατὰ τὴν γ. καὶ ὁμοιότητα Arist.EE1232a21, cf. Pol.1257a2, J.AJ12.2.9.
German (Pape)
[Seite 478] ἡ, die Nachbarschaft, Arist. Pol. 1, 9; Pol. 18, 19, 4; die Nachbarn, Plut. Cor. 24; auch im plur., Pericl. 19.
Greek (Liddell-Scott)
γειτνίᾱσις: ἡ, = γειτονία, τὸ εἶναι πλησίον, Ἀριστ. Ζ. Μ. 3. 10, 5, κτλ. 2) οἱ γείτονες, ἡ «γειτονιά», Πλούτ. Περικλ. 19, Κοριολ. 24. ΙΙ. πλησιότης, ὁμοιότης, κατὰ τὴν γ. καὶ ὁμοιότητα Ἀριστ. Ἠθ. Ε. 3. 5, 1, πρβλ. 3. 6, 2, πρβλ. Πολ. 1. 9, 1.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
le voisinage, les voisins.
Étymologie: γειτνιάω.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
I 1vecindad, proximidad ὅταν διὰ τὴν γειτνίασιν ἑλκύσωσιν ὑγρότητα θερμήν Arist.PA 672b28, cf. Charito 4.1.5, 6.2, τὸ Ἰουδαίων γένος ... τῇ Συρίᾳ κατὰ τὴν γειτνίασιν ἀναμεμιγμένον I.BI 7.43, cf. Plot.3.6.14
•c. gen. τοῦ ποταμοῦ Thphr.CP 6.18.7, ἡ γ. τῶν βασιλέων I.BI 7.223, cf. 172, AI 3.75, ὥσπερ εἴ τις σοφῷ γειτονῶν ἀπολαύοι τῆς τοῦ σοφοῦ γειτνιάσεως Plot.1.2.5, ὥστε καὶ τὰς κινήσεις εὐθύς τε λύεσθαι τῇ γειτνιάσει τοῦ λογιζομένου Porph.Sent.32.
2 barrio, distrito ἐὰν μή τινες κατὰ τὰς γειτνιάσεις ἕνεκεν τῆς πρὸς ἀλλήλους διόδου ἀτραποῖς χρῶνται SEG 13.521.28 (Pérgamo II a.C.), cf. Plu.Cor.24, ἡ χώρα, βαρβαρικαῖς ἀναμεμειγμένη γειτνιάσεσι Plu.Per.19.
3 límite, linde de tierras PNess.32.9 (VI d.C.), cf. 99.5 (VI/VII d.C.).
4 asociación cultual radicada en las cercanías del templo del dios al que estaba dedicada ἡ ἱερὰ Λητοῦς γ. TAM 3.765.11 (Termeso, imper.), Διὸ[ς] Σωτ[ῆ] ρος ἡ γ. IPrusias 63, 64.
II fig. semejanza κατὰ τὴν γειτνίασιν καὶ ὁμοιότητα Arist.EE 1232a21, cf. Pol.1257a2, τῇ παραλλήλῳ τῆς ἰδέας γειτνιάσει I.AI 12.72.