ἀμφινεικής

From LSJ
Revision as of 18:00, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (2)

ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → either say something better than silence or keep silence (Menander)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφινεικής Medium diacritics: ἀμφινεικής Low diacritics: αμφινεικής Capitals: ΑΜΦΙΝΕΙΚΗΣ
Transliteration A: amphineikḗs Transliteration B: amphineikēs Transliteration C: amfineikis Beta Code: a)mfineikh/s

English (LSJ)

ές,

   A contested on all sides, eagerly wooed, of Helen, A. Ag.686; of Deïanira, S.Tr.104 (lyr.).

German (Pape)

[Seite 141] ές, umstritten, des Streites werth, Helena, Aesch. Ag. 672; Deianira, Soph. Tr. 104.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφινεικής: -ές, περιμάχητος, περιζήτητος, περὶ τῆς Ἑλένης, Αἰσχύλ. Ἀγ. 686· περὶ τῆς Δηϊανείρας, Σοφ. Τρ. 104: πρβλ. ἀμφιμάχητος.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
disputé, digne d’être disputé.
Étymologie: ἀμφί, νεικέω.

Spanish (DGE)

-ές
disputadode Helena, A.A.686, de Deyanira, S.Tr.104, Hsch.

Greek Monolingual

ἀμφινεικής, -ές (Α)
αυτός που τον διεκδικούν πολλοί, ο περιζήτητος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + -νεικής < νεῖκος (πρβλ. εὐνεικής, πυλυνεικής κ.λπ. και το κύριο Πολυνείκης).
ΠΑΡ. αρχ. ἀμφινείκητος.

Greek Monotonic

ἀμφινεικής: -ές (νεῖκος), περιμάχητος, περιζήτητος, αυτός που επιζητάται ανυπόμονα και επίμονα, σε Αισχύλ., Σοφ.