ορνιθίας

From LSJ
Revision as of 08:50, 8 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education

Source

Greek Monolingual

ο (ΑΜ ὀρνιθίας)
άνεμος ο οποίος πνέει κατά την άνοιξη από βόρειες διευθύνσεις και οφείλει την ονομασία αυτή στην εντύπωση ότι διευκολύνει τα αποδημητικά πτηνά κατά τις μετακινήσεις τους προς τα νότια
μσν.
έμπορος πτηνών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄρνις, -ιθος + κατάλ. -ίας (πρβλ. κλιμακίας)].