offspring
From LSJ
Καὶ ζῶν ὁ φαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft
English > Greek (Woodhouse)
substantive
child: P. and V. παῖς, ὁ, or ἡ, Ar. and V. τέκνον, τό (rare P.), τέκος, τό, γόνος, ὁ, V. γονή, ἡ, γέννημα, τό, γένεθλον, τό, σπέρμα, τό, σπορά, ἡ, λόχευμα, τά (Euripides Hercules Furens 252), τόκος, ὁ.
scion: Ar. and V. ἔρνος, τό, V. θάλος, τό, βλάστημα, τό, φυτόν, τό; see scion.