ἀκρόπτολις
From LSJ
αἰτήσεις ἀκοὐεις σῶν ἱκετῶν· ταχἐως συνδραμεῖς ἀναπαὐων εὐεργετῶν· ἰάματα παρἐχεις, Ἱερἀρχα, τῇ πρὀς Θεὀν παρρησἰᾳ κοσμοὐμενος → You hear the prayers of your suppliants; quickly you come to their assistance, bringing relief and benefits; you provide the remedies, Archbishop, since you are endowed with free access to God.
English (LSJ)
German (Pape)
[Seite 84] poet. für -πολις, z. B. Aesch. Sept. 222.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκρόπτολις: ἡ, ποιητ. ἀντὶ ἀκρόπολις.
Spanish (DGE)
v. ἀκρόπολις.
Greek Monolingual
ἀκρόπτολις (-εως), η (Α)
ποιητικός τύπος αντί ακρόπολις.
Greek Monotonic
ἀκρόπτολις: ἡ, ποιητ. αντί ἀκρόπολις.
Russian (Dvoretsky)
ἀκρόπτολις: ιος ἡ Eur., Anth. = ἀκρόπολις.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
ἀκρόπτολις ep. poët. voor ἀκρόπολις.