παλιντυπής

From LSJ
Revision as of 11:10, 10 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")

καὶ νῦν ἀτεχνῶς ἐθέλω παρέχειν ὅ τι βούλει σοι, πλὴν κωλακρέτου γάλα πίνειν → and now I want to provide you with absolutely anything you want, except paymaster's milk to drink

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰλιντῠπής Medium diacritics: παλιντυπής Low diacritics: παλιντυπής Capitals: ΠΑΛΙΝΤΥΠΗΣ
Transliteration A: palintypḗs Transliteration B: palintypēs Transliteration C: palintypis Beta Code: palintuph/s

English (LSJ)

ές, beaten back, neut. as adverb, A.R. 3.1254.

German (Pape)

[Seite 451] ές, zurückgeschlagen, Ap. Rh. 3, 1254.

Greek (Liddell-Scott)

πᾰλιντῠπής: -ές, ὁ ὀπίσω κτυπηθείς, οὐδ. ὡς ἐπίρρ., Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1254.

Greek Monolingual

παλιντυπής, -ές (Α)
1. αυτός που χτυπήθηκε από πίσω
2. (το ουδ. ως επίρρ.) παλιντυπές
με χτύπημα από πίσω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + -τυπής (< τύπτω), πρβλ. αντιτυπής].