ἀποπληρωτής
τὸ γὰρ πράττειν τοῦ λέγειν καὶ χειροτονεῖν ὕστερον ὂν τῇ τάξει, πρότερον τῇ δυνάμει καὶ κρεῖττόν ἐστιν (Demosthenes 3.15) → for action, even though posterior in the order of events to speaking and voting, is prior in importance and superior
English (LSJ)
οῦ, ὁ, one who completes or fulfils, τῶν αἱρεθέντων Pl.R.620e, cf. Jul.Or.2.90c, Iamb.Myst.5.10,al.
Spanish (DGE)
-οῦ
que vela por el cumplimiento, ejecutor (δαίμων) ἀ. τῶν αἱρεθέντων Pl.R.620e, τῶν δικασθέντων Iul.Or.3.90c, cf. Iambl.Myst.5.10.
German (Pape)
[Seite 319] ὁ, der Erfüller, τῶν αἱρεθέντων Plat. Rep. X. 620 e.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποπληρωτής: -οῦ, ὁ, ὁ συμπληρῶν ἢ ἐκπληρῶν, τῶν αἱρεθέντων Πλάτ. Πολ. 620Ε. - Ἐπίθ. -ωτικός, ή, όν, ὁ συμπληρῶν, ὁ ἐκπληρῶν, Γεωργ. Ἀκροπ. Χρον. σ. 26Β. - Ἐπίρρ. -ικῶς Θεόδ. Στουδ. σ. 139D.
Russian (Dvoretsky)
ἀποπληρωτής: οῦ ὁ исполнитель (τῶν αἱρεθέντων Plat.).