κόκκων
οὐκ ἔστι λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά → there are no pacts between lions and men, between lions and men there are no oaths of faith, there can be no covenants between men and lions
English (LSJ)
ωνος, ὁ, A pomegranate-seed, Sol.40, Hp.Mul.1.37 (cf. Gal. 19.113), Sammelb.6779.51 (iii B.C.). II mistletoe-berry, Hsch.:— Dim. κοκκωνίδιον, Gloss.
German (Pape)
[Seite 1471] ωνος, ὁ, der Kern des Granatapfels, Galen., Hesych. Auch andere Beeren, z. B. Mistelbeeren, κόκκωνας ἄλλος, ἅτερος δὲ σήσαμα Solon bei Phryn. p. 396.
French (Bailly abrégé)
ωνος (ὁ) :
pépin de grenade.
Étymologie: κόκκος.
Greek (Liddell-Scott)
κόκκων: ὁ, σπόρος ῥοιᾶς, κόκκος ῥοϊδίου, Σόλων 30, 8, Ἱππ. 606. 9. ΙΙ. = Κνίδιος κόκκος, καθαρτικός τις κόκκος, Γαλην.··κόκκος ἰξοῦ, Ἡσύχ.
Greek Monotonic
κόκκων: ὁ, σπόρος ροδιού, σε Σόλ.
Middle Liddell
κόκκων, ονος,
a pomegranate-seed, Solon.