κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλιν → bend back along the second turn of the race, turning the bend and coming back for the second leg of the double run, run the homeward course, retrace one's steps
Full diacritics: μαλάχιος | Medium diacritics: μαλάχιος | Low diacritics: μαλάχιος | Capitals: ΜΑΛΑΧΙΟΣ |
Transliteration A: maláchios | Transliteration B: malachios | Transliteration C: malachios | Beta Code: mala/xios |
ὁ, a fish, Hsch.
ου (ὁ) :
sorte de poisson.
Étymologie: μαλάχη.
μαλάχιος: «ἰχθὺς ποιὸς» Ἡσύχ.
μαλάχιος, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) είδος ψαριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μαλάχη, λόγω του χρώματος του ψαριού].