φρενογηθής

From LSJ
Revision as of 15:15, 15 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (CSV import)

χλανίσι δὲ δὴ φαναῖσι περιπεπεµµένοι καὶ µαστίχην τρώγοντες, ὄζοντες µύρου. τὸ δ’ ὅλον οὐκ ἐπίσταµαι ἐγὼ ψιθυρίζειν, οὐδὲ κατακεκλασµένος πλάγιον ποιήσας τὸν τράχηλον περιπατεῖν, ὥσπερ ἑτέρους ὁρῶ κιναίδους ἐνθάδε πολλοὺς ἐν ἄστει καὶ πεπιττοκοπηµένους → Dressed up in bright clean fine cloaks and nibbling pine-thistle, smelling of myrrh. But I do not at all know how to whisper, nor how to be enervated, and make my neck go back and forth, just as I see many others, kinaidoi, here in the city, do, and waxed with pitch-plasters.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φρενογηθής Medium diacritics: φρενογηθής Low diacritics: φρενογηθής Capitals: ΦΡΕΝΟΓΗΘΗΣ
Transliteration A: phrenogēthḗs Transliteration B: phrenogēthēs Transliteration C: frenogithis Beta Code: frenoghqh/s

English (LSJ)

ές, heart-gladdening, AP9.525.22.

German (Pape)

[Seite 1304] ές, frohes Herzens, das Herz erfreuend, so heißt Apollo in einem Hymn. (IX, 525).

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
qui réjouit le cœur.
Étymologie: φρήν, γηθέω.

Russian (Dvoretsky)

φρενογηθής: веселящий душу, проливающий радость (Ἀπόλλων Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

φρενογηθής: -ές, ὁ ἐμποιῶν χαρὰν εἰς τὰς φρένας, Ἀνθ. Π. 9. 525, 22.

Spanish

que alegra el corazón

Greek Monolingual

-ές, Α
αυτός που προκαλεί χαρά, ευφορία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρήν, φρενός + -γηθής (< γῆθος < γηθέω «χαίρομαι»), πρβλ. πολυ-γηθής, πλουτο-γᾱθής].

Greek Monotonic

φρενογηθής: -ές (γηθέω), αυτός που φέρνει χαρά στο μυαλό, σε Ανθ.

Middle Liddell

φρενο-γηθής, ές γηθέω
heart-gladdening, Anth.

Léxico de magia

-ές que alegra el corazón en plu. de seres indefinidos ἐπικαλοῦμαι ὑμᾶς ... κινησιπόλους, φρενογηθεῖς, θανατοσυναρτάς os invoco a vosotros, que agitáis el cielo, que alegráis el corazón, que preparáis la muerte P IV 1372