ναυτοδίκαι

From LSJ
Revision as of 10:56, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

τούτων γάρ ὄνομα μόνον κοινόν, ὁ δέ κατά τοὔνομα λόγος τῆς οὐσίας ἕτεροςthough they have a common name, the definition corresponding with the name differs for each (Aristotle, Categoriae 1a3-4)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ναυτοδίκαι Medium diacritics: ναυτοδίκαι Low diacritics: ναυτοδίκαι Capitals: ΝΑΥΤΟΔΙΚΑΙ
Transliteration A: nautodíkai Transliteration B: nautodikai Transliteration C: naftodikai Beta Code: nautodi/kai

English (LSJ)

[ῐ], οἱ, at Athens, judges of the admiralty-court, IG12.41.4, Lys.17.5, Luc.DMeretr.2.2: they also took cognizance of γραφαὶ ξενίας, Cratin.233, cf. Ar.Fr.225.

German (Pape)

[Seite 233] οἱ, in Athen die Richter über Processe, die das Seewesen, die Schifffahrt betreffen, eine Art Seehandlungsgericht, vor welchem auch die Klagen gegen unächte Bürger, ξενίας γραφαί, verhandelt wurden, Lys. 17, 5, VLL.; vgl. bes. Harpocr. u. Herm. Staatsalterth. §. 146, 4.

French (Bailly abrégé)

ῶν (οἱ) :
juges des tribunaux maritimes, à Athènes.
Étymologie: ναύτης, δίκη.

Greek (Liddell-Scott)

ναυτοδίκαι: [ῐ], οἱ, ἐν Ἀθήναις, δικασταὶ δικάζοντες ναυτικὰς δίκας, ἐκλεγόμενοι κατὰ τὸν μῆνα Γαμηλιῶνα καὶ συνεδριάζοντες πιθανῶς κατὰ τοὺς ἕξ χειμερινοὺς μῆνας, ὁπότεναυτιλία διεκόπτετο, Λυσ. 148 35 κἑξ., Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθῆκαι) 73c. Β· πρβλ. Böckh. P. E. 1. 69· ― οἱ αὐτοὶ ἐδίκαζον καὶ ἀγωγὰς κατὰ ἀνθρώπων ψευδῶς ἰσχυριζομένων ὅτι εἰσὶ πολῖται, αἱ δὲ τοιαῦται ἀγωγαὶ ἐκαλοῦντο γραφαὶ ξενίας, Κρατῖν. ἐν «Χείρωσιν» 8, πρβλ. Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 16· καὶ ἴδε Att. Process σ. 83.

Russian (Dvoretsky)

ναυτοδίκαι: (ῐ) οἱ навтодики (особый судебный орган в Афинах, разбиравший иски, связанные с морской торговлей и заседавший только в зимние месяцы, когда судоходство прекращалось) Lys.