ἀρτοφόριον

From LSJ
Revision as of 07:45, 15 May 2023 by Spiros (talk | contribs)

Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank

Menander, Monostichoi, 347
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρτοφόριον Medium diacritics: ἀρτοφόριον Low diacritics: αρτοφόριον Capitals: ΑΡΤΟΦΟΡΙΟΝ
Transliteration A: artophórion Transliteration B: artophorion Transliteration C: artoforion Beta Code: a)rtofo/rion

English (LSJ)

τό, A breadbasket, S.E. M.1.234: the form ἀρτοφορίς, ibid., is prob. corrupt. II ἀρτοφόρια, τά, festival of breadbaskets, An.Ox.3.277.

Spanish (DGE)

-ου, τό
1 cesto del pan S.E.M.1.234.18.
2 τὸ Ἀ. las fiestas de la procesión del pan, An.Ox.3.277.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρτοφόριον: τὸ, κάντιστρον, κοινῶς «πανέρι», δι’ ἄρτον, «οἷον τὸ αὐτὸ ἀρτοφόριον καὶ πανάριον λέγεται… ἀλλὰ στοχαζόμενοι τοῦ καλῶς ἔχοντος καὶ μὴ γελᾶσθαι ὑπὸ τῶν διακονούντων παιδαρίων καὶ ἰδιωτῶν πανάριον ἐροῦμεν, καὶ εἰ βάρβαρόν ἐστιν» Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 234· ὁ τύπος ἀρτοφορίς, αὐτόθι εἶναι πιθανώς ἐφθαρμένος. 2) = πυξίον, ἔνθα φυλάσσεται ὁ προηγιασμένος ἄρτος, «καὶ λαβὼν προηγιασμένον ἄρτον ἐκ τοῦ ἀρτοφορίου, τίθησιν αὐτὸν μετ’ εὐλαβείας πολλῆς ἐν τῷ ἁγίῳ δίσκῳ» Εὐχολόγ. ΙΙ. ἀρτοφόρια, τὰ, ἑορτή, «τὰ διὰ τοῦ ια ὀνόματα ἐπὶ ἑορτῶν λεγόμενα διὰ τοῦ ι γράφεται, οἷον Ἀπατούρια, Ἀρτοφόρια», Ἀνέκδ. Ὀξ. 3. 277.

Russian (Dvoretsky)

ἀρτοφόριον: τό и ἀρτο-φορίς, ίδος ἡ корзина для хлеба Sext.

German (Pape)

τό, = ἀρτοφορίς ?

Translations

breadbasket

Catalan: panera; Chinese Mandarin: 麵包籃/面包篮; Danish: brødkurv; Dutch: broodmand; Finnish: leipäkori; Galician: cesta do pan; German: Brotkorb; Greek: ψωμιέρα, καλαθάκι ψωμιού; Ancient Greek: ἀρτοθήκη, ἀρτοφόριον, θυλακίσκος, κάνειον, κάνεον, κανοῦν; Hungarian: kenyérkosár; Irish: ciseán aráin; Latin: panarium; Maori: pārō; Portuguese: cesta de pão, cesta de pães; Russian: хлебница; Spanish: panera; Swedish: brödkorg, brödfat, brödlåda; Turkish: ekmek sepeti