περίχολος
From LSJ
κούφα σοι χθὼν ἐπάνωθε πέσοι → may earth lie lightly on thee, may the earth rest lightly on you, may the ground be light to you, may the earth be light to you
English (LSJ)
περίχολον, full of bile, διαχωρήματα Hp.Prorrh.1.53, Coac. 590.
German (Pape)
[Seite 601] voll Galle, sehr gallig, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
περίχολος: -ον, πλήρης χολῆς, διαχωρήματα Ἱππ. Προρρ. 72, πρβλ. 217Β.
Greek Monolingual
-ον, Α
γεμάτος χολή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + χόλος «οργή» (πρβλ. κατάχολος)].