συνδιατελέω

From LSJ
Revision as of 18:40, 16 March 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(?s)Medium diacritics=(\w+)(έω)(?s)(.*)btext=(-ῶ)" to "Medium diacritics=$1$2$3btext=$1ῶ")

τὸ ἀγαθὸν αἱρετόν· τὸ δ' αἱρετὸν ἀρεστόν· τὸ δ' ἀρεστὸν ἐπαινετόν· τὸ δ' ἐπαινετὸν καλόνwhat is good is chosen, what is chosen is approved, what is approved is admired, what is admired is beautiful

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνδιατελέω Medium diacritics: συνδιατελέω Low diacritics: συνδιατελέω Capitals: ΣΥΝΔΙΑΤΕΛΕΩ
Transliteration A: syndiateléō Transliteration B: syndiateleō Transliteration C: syndiateleo Beta Code: sundiatele/w

English (LSJ)

continue with to the end, Pl.Phd. 91b, D.61.38, Arist.Phgn.808b19, Iamb.Protr.20.

German (Pape)

[Seite 1008] (s. τελέω), mit od. zugleich vollenden, intrans. mit aushalten, bleiben; ἡ ἄγνοιά μοι αὕτη οὐ ξυνδιατελεῖ, ἀλλ' ὀλίγον ὕστερον ἀπολεῖται, Plat. Phaed. 91 b; Dem. 61, 38; Sp.

French (Bailly abrégé)

συνδιατελῶ :
persévérer avec ou en même temps.
Étymologie: σύν, διατελέω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συν-διατελέω samen (met...) blijven bestaan, met dat..; ( διάνοιαν ) συνδιατελοῦσαν... τοῖς ἔχουσιν (het intellect) dat tot het eind toe samenblijft met degenen die haar bezitten Dem. 61.38; (helemaal) blijven bestaan:. ἡ δὲ ἄνοιά μοι αὕτη οὐ συνδιατελεῖ maar die dwaasheid van mij zal niet blijven bestaan Plat. Phaed. 91b.

Russian (Dvoretsky)

συνδιατελέω: вместе пребывать, оставаться: σ. τινι Plat., Dem. оставаться с кем-л. или при ком-л.

Greek Monotonic

συνδιατελέω: Αττ. μέλ. -τελῶ, συνεχίζω μέχρι τέλους, εξακολουθώ μέχρι το τέλος, σε Πλάτ.

Greek (Liddell-Scott)

συνδιατελέω: Ἀττ. μέλλ. -τελῶ, διατελῶ, ἐξακολουθῶ μέχρι τέλους, Πλάτ. Φαίδων 91Β, Δημ. 1412, ἐν τέλει.

Middle Liddell

fut. Attic -τελῶ
to continue with to the end, Plat.