οὐκ ἔστι λύπης, ἄν περ ὀρθῶς τις σκοπῇ, ἄλγημα μεῖζον τῶν ἐν ἀνθρώπου φύσει → amongst the natural ills of man there is, if one but look at it aright, no greater pain than grief
Full diacritics: περιαυγάζω | Medium diacritics: περιαυγάζω | Low diacritics: περιαυγάζω | Capitals: ΠΕΡΙΑΥΓΑΖΩ |
Transliteration A: periaugázō | Transliteration B: periaugazō | Transliteration C: periavgazo | Beta Code: periauga/zw |
A beam round about, illuminate, Ph.1.364, Hld.8.9.
[Seite 569] umglänzen, umleuchten, Heliod. 8, 9 u. a. Sp.
ΝΜΑ
φέγγω ολόγυρα, διαχέω λάμψη παντού
νεοελλ.
μτφ. κάνω κάποιον ένδοξο, λαμπρύνω
αρχ.
μτφ. θαμπώνω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + αὐγάζω «φωτίζω, λάμπω»].