περαῖος

From LSJ
Revision as of 20:06, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_4)

ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην, πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → hard it is to learn the mind of any mortal or the heart, 'till he be tried in chief authority | it is impossible to know fully any man's character, will, or judgment, until he has been proved by the test of rule and law-giving

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πέραιος Medium diacritics: περαῖος Low diacritics: περαίος Capitals: ΠΕΡΑΙΟΣ
Transliteration A: peraîos Transliteration B: peraios Transliteration C: peraios Beta Code: perai=os

English (LSJ)

(properisp.), α, ον, (πέραν)

   A on the further side or bank, ἤπειρος, γαῖα, A.R. 2.392, 4.848 ; τὰ π. Call.Fr.1.15 P.    2 Comp., περαιότερόν τι anything further, PFay.124.8 (ii A. D.).    II Subst., ἡ περαία (sc. γῆ, χώρα) the country on the other side of the river, etc., Str.4.1.12 ; τῆς χώρας τῆς π. SIG588.29 (Milet., ii B. C.) : freq. with gen. whether partitive or objective, ἡ π. τῆς Βοιωτίης χώρης the part of Boeotia over against [Chalcis], Hdt.8.44 ; ἡ π. τῆς Ἀσίας the coast of Asia over against [Rhodes], D.S.20.97 (but ἡ τῶν Ῥοδίων π. Str.14.2.1, 14.5.11 : hence pr. n. ἡ Περαία, Plb.18.2.3, 18.6.3 ; also of the country beyond Jordan, J.BJ3.3.3, St.Byz.); πᾶσα περαίη Θρηϊκίης all the opposite coast of Thrace, A.R.1.1112 ; ἡ Τενεδίων π. the coast [of the Troad] opposite to Tenedos, Str.13.1.32.

German (Pape)

[Seite 562] jenseits befindlich, bes. jenseits des Wassers gelegen; ἡ περαία, sc. χώρα, das Land jenseits des Meeres, ἐς τὴν περαίην τῆς Βοιωτίης χώρης, Her. 8, 44; Sp.; Ap. Rh. 1, 1112.

Greek (Liddell-Scott)

περαῖος: -α, -ον, (πέραν) ὁ ἐπὶ τοῦ πέραν μέρους, ὁ πέραν τῆς θαλάσσης ἢ τοῦ ποταμοῦ, ἤπειρος, γαῖα Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 392, Δ. 848. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ. ἡ περαίη (ἐξυπ. γῆ, χώρα), ἡ πέραν γῆ, ἡ ἐπὶ τῆς ἀπέναντι ὄχθης τοῦ ποταμοῦ, Στράβ. 186· ἡ προσδιορίζουσα τὸ ἐπίθ. τοῦτο γενικὴ εἶναι ἄλλοτε ὑποκειμενικὴ καὶ ἄλλοτε ἀντικειμενική (ἴδε πέραν ἐν τέλ.)· ἡ π. τῆς Βοιωτίης χώρης, τὸ μέρος τῆς Βοιωτίας τὸ ἀπέναντι [τῆς Χαλκίδος] Ἡρόδ. 8. 44· ἡ π. τῆς Ἀσίας, τὸ μέρος τῆς Ἀσίας τὸ ἀπέναντι [τῆς Ρόδου] Διόδ. 20. 97· καλουμένη τἀνάπαλιν, ἡ τῶν Ροδίων π., Στράβ. 651, 673· καὶ τοῦτο κατέστη ὄνομα κύριον ἡ Περαία, Πολύβ. 17. 2, 3., 17. 6. 3· Peraea Liv. 32. 33 καὶ 35)· ὡσαύτως πᾶσα περαίη Θρηικίης, ἅπασα ἡ ἀπέναντι παραλία τῆς Θράκης, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 1112· ἡ π. τῶν Τενεδίων, ἡ παραλία [τῆς Μυσίας] ἡ ἔναντι τῆς Τενέδου, Στράβ. 596· - ὡσαύτως, ἡ Περαία, ἐν Συρίᾳ, Peraea, ἡ πέραν τοῦ Ἰορδάνου χώρα, Στέφ. Βυζ. κλ. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 247, 389.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
situé au delà : ἡ περαία (γῆ) pays situé au delà, de l’autre côté de la mer (Pérée) ; ἡ περαία τῆς Βοιωτίης HDT la côte de Béotie située de l’autre côté.
Étymologie: πέρα.