Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

στέμφυλον

From LSJ
Revision as of 01:48, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

νᾶφε καὶ μέμνασο ἀπιστεῖν → keep a clear head and remember not to believe a thing (Epicharmus fr. 250)

Source

German (Pape)

[Seite 934] τό, gew. im plur. τὰ στέμφυλα, die ausgepreßten u. ausgekernten Oliven; βρύων μελίτταις καὶ προβάτοις καὶ στεμφύλοις, Ar. Nubb. 46, vgl. Equ. 803; Schol. κυρίως τὰ ἀποπιέσματα τῶν ἐλαιῶν, εὑρίσκεται δὲ καὶ ἐπὶ τῶν σταφυλῶν; also auch die ausgepreßten Weintrauben, Trester, in welcher Bdtg die genauern Attiker βρύτεα oder βρύτια vorzogen, vgl. Lob. zu Phryn. 405; ὄζοντα στεμφύλων, Alciphr. 3, 20.

Greek (Liddell-Scott)

στέμφῠλον: τό, (στέμβω) ὄγκος ἐλαιῶν ἐξ ὧν ἐξεπιέσθη τὸ ἔλαιον, τὰ ἀποπιέσματα τῶν ἐλαιῶν, Λατ. fraces (ἐκ τοῦ frango), Ἀριστοφ. Ἱππ. 806· ἀλλὰ κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ πληθ., Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 395, Ἀριστοφ. Νεφ. 46 (ἔνθα ἴδε τὸν Σχολ.), Ἀποσπ. 345· λιπῶσι στεμφύλοις Φρύνιχ. Κωμ. ἐν «Ποαστρ.» 1, πρβλ. Ἀνδροκλ. παρ’ Ἀριστ. ἐν Ρητ. 2. 23, 22, Ἀθήν. 56D. ΙΙ. ἐν τῷ πληθ. ὡσαύτως, ὄγκος σταφυλῶν, ἐξ ὧν ἐξεπιέσθη ὁ οἶνος, «τσίπουρα», Λατ. floces, Ἱππ. 485. 39., 523. 29, Λυκόφρ. 678· σταφυλῆς στέμφυλα Ἀριστ. Ἀποσπ. 102. - Ἡ προτέρα σημασία λέγεται ὅτι εἶναι ἡ παρ’ Ἀττ., Φρύνιχ. 405.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
1 marc d’olives;
2 marc de raisin.
Étymologie: στέμβω.

Greek Monotonic

στέμφῠλον: τό (στέμβω), μάζα από πολτοποιημένες ελιές, από τις οποίες εξάχθηκε με την πίεση λάδι, πολτός, αποστραγγίσματα ελιάς, σε Αριστοφ.