μουσόδομος
τί δ' ἢν ῥαφανιδωθῇ πιθόμενός σοι τέφρᾳ τε τιλθῇ, ἕξει τινὰ γνώμην λέγειν τὸ μὴ εὐρύπρωκτος εἶναι; → What if he should have a radish shoved up his ass because he trusted you and then have hot ashes rip off his hair? What argument will he be able to offer to prevent himself from having a gaping-anus | but suppose he trusts in your advice and gets a radish rammed right up his arse, and his pubic hairs are burned with red-hot cinders. Will he have some reasoned argument to demonstrate he's not a loose-arsed bugger
English (LSJ)
ον,
A built by song, of the walls of Thebes, AP9.250 (Honest.).
German (Pape)
[Seite 211] von den Musen, durch Musik gebau't, τείχη, Onest. 6 (IX, 250).
Greek (Liddell-Scott)
μουσόδομος: -ον, ὁ δι’ ᾀσμάτων οἰκοδομηθείς, ἐπὶ τῶν τειχῶν τῶν Θηβῶν, Ἀνθ. Π. 9. 250.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
bâti au son de la musique.
Étymologie: μοῦσα, δέμω.
Greek Monolingual
μουσόδομος, -ον (Α)
(για τα θηβαϊκά τείχη) οικοδομημένος με συνοδεία μουσικής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦσα + δόμος.
Greek Monotonic
μουσόδομος: -ον (δέμω), αυτός που οικοδομήθηκε με τραγούδια, λέγεται για τα τείχη των Θηβών, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
μουσόδομος: воздвигнутый звуками (амфионовых) песен (τείχη Anth.).