ἀποδεκατίζω

From LSJ
Revision as of 06:57, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (5)

ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποδεκᾰτίζω Medium diacritics: ἀποδεκατίζω Low diacritics: αποδεκατίζω Capitals: ΑΠΟΔΕΚΑΤΙΖΩ
Transliteration A: apodekatízō Transliteration B: apodekatizō Transliteration C: apodekatizo Beta Code: a)podekati/zw

English (LSJ)

= sq.,

   A δεκάτην LXX To.1.7.

Greek Monolingual

(AM ἀποδεκατίζω)
νεοελλ.
επιφέρω μεγάλη καταστροφή, φθορά σε πληθυσμό ή αγέλη ζώων
αρχ.
παίρνω το δέκατο ενός είδους, εισπράττω τη δεκάτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < απο- + δεκατίζω (μόνο σε σύνθεση, στην αρχ. ελλην.) < δέκατος, -η -ον < δέκα.