ἀποδεκατίζω
From LSJ
Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος → Medicus loquax, secundus aegro morbus est → Ein Arzt, der schwätzt, verdoppelt nur der Krankheit Last
English (LSJ)
= ἀποδεκατόω, δεκάτην LXX To. 1.7.
Greek Monolingual
(AM ἀποδεκατίζω)
νεοελλ.
επιφέρω μεγάλη καταστροφή, φθορά σε πληθυσμό ή αγέλη ζώων
αρχ.
παίρνω το δέκατο ενός είδους, εισπράττω τη δεκάτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < απο- + δεκατίζω (μόνο σε σύνθεση, στην αρχ. ελλην.) < δέκατος, -η -ον < δέκα.